Βασίλης Χούπης: Νέα στοιχεία για τη δολοφονία του επιχειρηματία – “Κατέστρεψαν τα πειστήρια”
Ερωτηματικά δημιουργούν τα νέα στοιχεία που έφερε στη δημοσιότητα η εκπομπή “Φως το Τούνελ” για τη δολοφονία του Βασίλη Χούπη, επιχειρηματία στον χώρο της Ναυτιλίας που βρέθηκε νεκρός πριν 14 χρόνια.
Το «Τούνελ» ξέθαψε κυριολεκτικά την δολοφονία του Βασίλη Χούπη 60 χρόνων στην Ριτσώνα. Επί δεκατέσσερα χρόνια η οικογένεια του δίνει ένα αθόρυβο αγώνα για να αποδοθεί δικαιοσύνη και να τιμωρηθεί ο δολοφόνος του.
Σε όλο αυτό το διάστημα πειστήρια καταστράφηκαν και βασικά στοιχεία δεν ερευνήθηκαν. Το σοκαριστικό που αποκάλυψε η εκπομπή, είναι ότι κλάπηκαν από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων Χαλκίδας τα ακριβά αντικείμενα του θύματος, χωρίς να έχουν ερευνηθεί από την διεύθυνση εγκληματολογικών ερευνών και χωρίς να ενημερώσει κανείς την οικογένειά του. Η υπόθεση απασχολεί πάλι τις Αρχές με εντολή εισαγγελέα που ζητά από το Ανθρωποκτονιών να γίνει συγκεκριμένη έρευνα και να απαντηθούν κάποια καυτά ερωτήματα.
Ο Βασίλη Χούπης έμενε στην Βούλα με την δεύτερη σύζυγό του. Την Πέμπτη 24 Ιουνίου του 2010 έφυγε από το σπίτι του για ένα ραντεβού με τον δικηγόρο του όπως είπε στην οικιακή βοηθό. Λίγη ώρα μετά τον δολοφόνησαν με τρεις σφαίρες μέσα στο πολυτελές τζιπ του, μάρκας μερσεντές έξω από το εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο της αεροπορίας στην Ριτσώνα.
Ο δράστης πιθανότατα με συνεργό, του έστησαν την παγίδα θανάτου στο ίδιο σημείο. Το πτώμα βρέθηκε σε ύπτια θέση σκεπασμένο με μια παιδική κουβέρτα που υπήρχε στο αυτοκίνητο για να μην τραβήξει τα βλέμματα των διερχομένων.
Η δολοφονία αποκαλύφθηκε τέσσερις μέρες μετά και από εκεί ξεκίνησε ο Γολγοθάς της οικογένειας. Την ημέρα εκείνη αποδείχτηκε πως είχε ραντεβού με ένα «φίλο» του επιχειρηματία με τον οποίο είχε οικονομικές διαφορές.
Το θύμα στην σύζυγό του είχε αποκαλύψει πως ο «φίλος» του χρωστούσε κοντά δύο εκατομμύρια και παρά τις επίμονες προσπάθειες του δεν του τα επέστρεφε.
“Ο φίλος του μου είπε ότι τον σκότωσαν”
Η σύζυγος του άτυχου επιχειρηματία βρισκόταν τις μέρες εκείνες στην χώρα της. Στις αρχές ισχυρίστηκε πως αναζητούσε τον άντρα της αλλά δεν τον έβρισκε.
«Τον κάλεσα και εκείνη την μέρα και την επόμενη πολλές φορές αλλά το κινητό του ήταν κλειστό και τότε ανησύχησα.», λέει χαρακτηριστικά.
«Στις 28 του μήνα με πήρε τηλέφωνο ο φίλος του άντρα μου και μου είπε ότι βρέθηκε δολοφονημένος στο αυτοκίνητό του σε μέρος έξω από την Αθήνα. Αυτός είχε καλή σχέση με τον σύζυγό μου. Ο Βασίλης του είχε εμπιστευτεί χρήματα κοντά στα δύο εκατομμύρια ευρώ τα οποία δεν του τα επέστρεφε λέγοντας του ότι είχαν δεσμευτεί. Ο άντρας μου ήταν αποφασισμένος να τα πάρει πίσω όπως μου είχε πει πριν φύγω».
Τον σκότωσαν έξω από το στρατόπεδο
Κοντά δεκατέσσερα χρόνια μετά την δολοφονία του πατέρα της, η Αγγελική Χούπη επέστρεψε στον τόπο του μαρτυρίου του.
«Το αυτοκίνητο ήταν για τέσσερις μέρες παρκαρισμένο. Η πρόσοψη του ήταν προς το εσωτερικό του εγκαταλελειμμένου στρατοπέδου, οπότε και τα διερχόμενα αυτοκίνητα δεν μπορούσαν να παρατηρήσουν τον πατέρα μου που ήταν νεκρός στη θέση του οδηγού, σε ύπτια θέση. Προφανώς το σκηνικό αυτό είχε επιλεχθεί σκόπιμα και από τον δράστη, ώστε να μην κινήσει ούτε υποψίες για τον πατέρα μου, όταν ήρθε εδώ, αλλά να μην προκαλεί και το ενδιαφέρον των διερχομένων».
«Το αυτοκίνητό του θεάθηκε για πρώτη φορά από μάρτυρα που ήταν στο απέναντι εργοστάσιο και για ημέρες το έβλεπε σταθμευμένο, χωρίς να έχει μετακινηθεί».
«Αρχικά βρέθηκαν δυο αποδείξεις διοδίων, οι οποίες αποσαφήνισαν την πορεία που είχε ο πατέρας μου από το σπίτι του, ερχόμενος τελικά στον τόπο του εγκλήματός. Φάνηκε η διέλευσή του από το Κορωπί και εν συνεχεία από τις Αφίδνες. Υπήρχε γενετικό υλικό που δεν αξιοποιήθηκε και ενδεχομένως τώρα να μπορούσε να γίνει μια πιο ενδελεχής έρευνα. Ενδεχομένως να υπήρξαν και παραλείψεις, να μην έγινε η εξέταση όπως έπρεπε. Το αυτοκίνητο έχει κατασχεθεί, είναι σε κάποιο δημόσιο χώρο, φυλάσσεται. Θα ζητήσουμε επανεξέταση των στοιχείων.»
“Έβλεπα για μέρες το ακριβό τζίπ απέναντι από το στρατόπεδο”
O μάρτυρας που άνοιξε τον δρόμο για τον εντοπισμό του δολοφονημένου επιχειρηματία, είναι ο φύλακας του εργοστασίου απέναντι από το σημείο που βρέθηκε ο άτυχος Βασίλης Χούπης τον Ιούνιο του 2010.
«Όταν πήγα να πιάσω δουλειά στις τέσσερις το απόγευμα είδα απέναντι από την είσοδο του εργοστασίου και σε απόσταση περίπου 50 μ. ένα παρκαρισμένο πολυτελές τζιπ μαύρου χρώματος, μάρκας MERCEDES, δίπλα ακριβώς στο δρόμο, στο ρεύμα προς Χαλκίδα. Αυτό έγινε Πέμπτη. Το αυτοκίνητο το έβλεπα στο ίδιο σημείο και τις επόμενες ημέρες Παρασκευή- Σάββατο- Κυριακή. Στην αρχή νόμιζα ότι ήταν κάποιου στρατιωτικού και είχε παρκάρει εκεί, γι’ αυτό δεν πήγα να ελέγξω».
“Δεν μιλάμε για ληστεία αλλά για προμελετημένο έγκλημα”
Η κόρη του θύματος, δήλωσε πως είναι βέβαιο ότι την ανθρωποκτονία πρέπει να διέπραξε άτομο που ήταν συνοδηγός του την μοιραία εκείνη μέρα.
«Δεν ήταν ληστεία αφού το ρολόι του που ήταν μεγάλης αξίας και κάποια χρήματα που είχε πάνω του ήταν εκεί», λέει χαρακτηριστικά.
Αναφέρει στο «Τούνελ» ότι μια κλήση στο κινητό του πατέρα της στις τρεις και είκοσι έξι το μεσημέρι της 24ης Ιουνίου του 2010, την μέρα δηλαδή που βρέθηκε νεκρός, δεν απαντήθηκε.
«Θεωρούμε ότι αυτό το διάστημα ήταν ήδη νεκρός. Ο πατέρας μου βάση και της κατάθεσης της οικιακής βοηθού, αναχώρησε από την οικία του κατά τις δύο με δύο πάρα τέταρτο. Τα επόμενα στίγματα του τα βλέπουμε όταν πέρασε τα διόδια Κορωπίου στις δύο και δεκατέσσερις και στις δύο και σαράντα τα διόδια Αφιδνών με κατεύθυνση την Αθηνών Λαμίας».
Ο φίλος που τον είδε τελευταίος ζωντανό
«Προς το τέλος της ζωής του λόγω των χρημάτων που είχε εμπιστευτεί στον φίλο του περνούσε οικονομικές δυσκολίες και ζητούσε απαιτητικά τα χρήματα του πίσω και εκείνος δεν του τα δίνε. Ο μοναδικός του φόβος ήταν ότι δεν θα τα έπαιρνε ποτέ»
«Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έτρεξε να βοηθήσει τις Αρχές στην έρευνα και εκείνος που όπως λέει ήταν και ο τελευταίος που τον είδε ζωντανό. Τα όσα ισχυρίζεται για το χρόνο και το σημείο συνάντησης, δεν δένουν».
Τι ισχυρίστηκε στην απολογία του
Ο «φίλος» του Βασίλη Χούπη βρέθηκε κατηγορούμενος, έφτασε στις δικαστικές αίθουσες αλλά αθωώθηκε. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε αναίρεση στην αθωωτική απόφαση και η δίκη αναμένεται να επαναληφθεί.
Στην τότε απολογία του είχε ισχυριστεί μεταξύ άλλων:
«Βρεθήκαμε στο σπίτι του στις 23/6 και του έδωσα 10.000. Αυτά τα χρήματα αφορούσαν σε ένα δάνειο που μου είχε κάνει το οποίο του το είχα σχεδόν αποπληρώσει. Έμενε ένα μικρό υπόλοιπο. Έτσι κλείσαμε ραντεβού για την επόμενη μέρα και μου είπε να βρεθούμε στο Αρτόπολις στην Κηφισιά. Ήταν ένα μέρος που ξέραμε και οι δύο. Πήγα πρώτα και εκείνος άργησε κανά 20λεπτο. Συναντηθήκαμε δύο με δυόμιση. Καθίσαμε μαζί ένα-δύο λεπτά του έδωσα τα χρήματα και έφυγε», λέει χαρακτηριστικά.
«Μου είπε ότι μετά θα πήγαινε σε μια ροκ συναυλία στην Μαλακάσα με μια παρέα που δεν την ήξερα. Νομίζω ότι είχε και τους άλλους μαζί στο αυτοκίνητο για αυτό ήρθε μόνος του. Εγώ πιστεύω ότι σε αυτούς πήγαν τα χρήματα που του έδωσα.»
Σχετικά με τα κλειδιά που πήρε και άνοιξε το σπίτι του άτυχου επιχειρηματία, ενώ ήταν αγνοούμενος, δήλωσε:
«Τα κλειδιά του σπιτιού στη Βούλα μου τα έδωσε ο αστυνομικός, μετά από τηλεφώνημα της γυναίκας του. Πήγα για να βγάλω τη γάτα του. Δεν πήγα κρυφά. Η αστυνομία έκανε πληθώρα λαθών αλλιώς θα τον είχαν βρει το δολοφόνο. Όλους τους θεωρώ ύποπτους. Είχε ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες ευρώ σπίτι του. Με δεδομένο ότι δεν τα πήρα εγώ ποιος τα πήρε; Δεν υπήρχε χρηματοκιβώτιο στο σπίτι που λένε ότι λείπει. Ούτε και τηλεκοντρόλ υπήρχε και η πόρτα του γκαράζ ανοίγει με κλειδί, βάσει νόμου. Ο Χούπης έμπαινε με το κλειδί στο γκαράζ.», καταλήγει…
“Τι μου αποκάλυψε πριν τον σκοτώσουν”
Στο «Τούνελ» μίλησε ένας φίλος του άτυχου επιχειρηματία Βασίλη Χούπη.
«Ήταν ένας άνθρωπος χαμογελαστός και ιδιαίτερα ικανός στην δουλειά του. Είχε μεγάλη επιχείρηση στο χώρο της ναυτιλίας και μίσθωνε πλοία για τρίτους. Δύο όνειρα είχε. Να μπορεί να ταξιδεύει με το σκάφος του και να κάνει ένα δίσκο με μουσική που θα τραγουδάει ο ίδιος. Ήταν ευαίσθητος…», λέει χαρακτηριστικά.
Με δάκρυα στα μάτια περιέγραψε τα όσα έκαναν μαζί και τις βόλτες τους με το σκάφος.
«Την τελευταία φορά που τον είδα ήταν αγχωμένος όσον αφορά τα οικονομικά του. Μου είπε ότι τα λεφτά που είχε επενδύσει σε μια πλατφόρμα, τα έχασε γιατί η εταιρεία έκλεισε. Αυτό τον είχε τσακίσει και οικονομικά και ψυχολογικά. Ζητούσε από κάποιον που του είχε δώσει λεφτά να του τα επιστρέψει και δεν έβρισκε ανταπόκριση».
Η κόρη: Κατέστρεψαν πειστήρια της δολοφονίας
Η δεύτερη κόρη του επιχειρηματία Βασίλη Χούπη, Μαρία, μίλησε στο «Τούνελ», για τον πολυπράγμονα πατέρα της. Ένας άνθρωπος που είχε μπει στο χώρο των ναυτιλιακών από πάρα πολύ μικρός και λίγα χρόνια πριν δολοφονηθεί είχε δημιουργήσει μια νέα εταιρία που διαχειριζόταν πλοία και έκανε μεγάλα συμβόλαια.
«Έγινε μια έρευνα ελλιπής, το αυτοκίνητο ακόμα είναι στον ΕΟΔΥ. Ένα από τα πιο περίεργα αυτής της υπόθεσης είναι ότι καταστράφηκαν πειστήρια από το αυτοκίνητο, που ήταν πάνω δηλαδή στο νεκρό σώμα. Καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης δίκης και αυτό δεν το πιστεύαμε όταν το ακούσαμε. Κατέστρεψαν τη κουβέρτα, όπου θα μπορούσε να βρεθεί DNA, τα γυαλιά που του έβαλε ο δράστης, για να φαίνεται ότι κοιμάται και τα ρούχα του. Έχουμε ήδη αιτηθεί να ερευνηθεί ο σταυρός που βρέθηκε κομμένος. Έχουμε ζητήσει να γίνει περαιτέρω έρευνα στο αυτοκίνητο, γιατί δεν έγινε ολοκληρωτική».
Το σύστημα ασφαλείας του σπιτιού του Βασίλη Χούπη και οι κάμερες δεν βρέθηκαν. Το ακόμα πιο περίεργο ήταν πως όταν η αστυνομία πήγε για έρευνα στο σπίτι του επιχειρηματία, βρήκε τραβηγμένο τον μάνταλο της πόρτας, αφήνοντας υποψίες πως κάποιος είχε μπει στο σπίτι από άλλη είσοδο.
«Το τελευταίο διάστημα πιεζόταν πολύ, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο φίλος του ο παιδικός δεν του επέστρεφε τα χρήματά του και είχε μεγάλη πίεση. Ποτέ δεν περιμέναμε ότι η υπόθεση θα πάρει τόσα πολλά χρόνια, με τόσα πολλά στοιχεία».
“Έβαλε σιδεριές και αλεξίσφαιρα τζάμια”
Το «Τούνελ» βρέθηκε στην γειτονιά του Βασίλη Χούπη.
«Είχε βάλει αλεξίσφαιρα παράθυρα. Ήταν πάντα τα παντζούρια κατεβασμένα το τελευταίο διάστημα και δεν έβγαινε καθόλου από το σπίτι του. Φαινόταν σαν κάποιος να τον απειλούσε. Είχα μάθει κάποια πράγματα, ότι είχε δραστηριότητες στη ναυτιλία, από εκεί και πέρα δεν ήξερα κάτι συγκεκριμένο. Είχαν καβγάδες με τη σύζυγό του, καθημερινούς καυγάδες, κυρίως για οικονομικά θέματα. Το σπίτι είναι σφραγισμένο από τότε που δολοφονήθηκε. Ήρθε η αστυνομία και το σφράγισε».