πολιτική

Προκόπης Παυλόπουλος: Η Συνθήκη της Λωζάνης κορυφαίο παράδειγμα της προκλητικής παραβατικότητας της Τουρκίας

Κορυφαίο παράδειγμα της προκλητικής παραβατικότητας της Τουρκίας και κυρίως στο ζήτημα των Μειονοτήτων χαρακτήρισε τη Συνθήκη της Λωζάνης ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, τονίζοντας πως είναι “αδιανόητο να δεχθεί, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, η Ελλάδα επαναφορά στη “φρασεολογία” της Συνθήκης της Μαδρίτης του Ιουλίου 1997″.

Σε ομιλία του, στο πλαίσιο Ημερίδας της Σχολής Εθνικής Άμυνας, με θέμα “Η Συνθήκη της Λωζάνης και το ζήτημα των Μειονοτήτων: Η διεθνώς προκλητική παραβατικότητα της Τουρκίας“, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:

“Πρόλογος

Αποτελεί πλέον αδιαμφισβήτητη ιστορική αλήθεια το γεγονός ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με το κορυφαίο πολιτικό του ήθος και το εμβληματικό διεθνές κύρος του διαδραμάτισε καταλυτικό, κυριολεκτικώς, ρόλο ως προς την διατύπωση και την τελική σύναψη της Συνθήκης της Λωζάνης, συμμετέχοντας στην Συνδιάσκεψη της Λωζάνης μεταξύ 1922 και 1923.

Επισημαίνεται -για πολλοστή φορά λόγω της απαράδεκτης διαχρονικής ‘αναθεωρητικής’ τουρκικής τακτικής- πως η Συνθήκη της Λωζάνης ισχύει και θα ισχύει στο ακέραιο, δοθέντος ότι από την ίδια της την θεσμική φύση και υπόσταση δεν είναι δυνατό νομικώς να αναθεωρηθεί.

Α. Με ‘χαίνουσες’ ακόμη τις Εθνικές μας πληγές από την Μικρασιατική Καταστροφή και την φρικτή Γενοκτονία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, η τριμελής ηγεσία της Επαναστατικής Επιτροπής -η οποία, στο μεταξύ, είχε αναλάβει τις τύχες του Τόπου υπό συνθήκες έκτακτης ανάγκης- που αποτελούσαν οι συνταγματάρχες Νικόλαος Πλαστήρας και Στυλιανός Γονατάς και ο υποπλοίαρχος Δημήτριος Φωκάς, απευθύνθηκε στον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος τότε βρισκόταν στο Παρίσι. Βάζοντας, ως αυθεντικός πολιτικός Ταγός και πραγματικός Πατριώτης που ‘επιστρατεύεται’ κάτω από εξαιρετικά κρίσιμες συνθήκες, στο περιθώριο την πικρή εμπειρία του εντελώς πρόσφατου παρελθόντος, ο θριαμβευτής της Συνθήκης των Σεβρών της 10ης Αυγούστου 1920 και ουσιαστικός διαμορφωτής της, σύμφωνα με αυτήν, ‘Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε Θαλασσών’ δέχθηκε, ανεπιφυλάκτως, να εκπληρώσει εκ νέου το Εθνικό Χρέος του για την ‘ανασύνταξη’ της υπό κατάρρευση Πατρίδας. Δίχως ψευδαισθήσεις, αλλά με τον υπερήφανο και ανεπιτήδευτο ρεαλισμό μεγάλου ηγέτη, ο Ελευθέριος Βενιζέλος προσήλθε επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στην Συνδιάσκεψη της Λωζάνης για να περισώσει ό,τι ήταν δυνατό από το υπό διάλυση, άλλοτε λαμπρό, ‘οικοδόμημα’ της Συνθήκης των Σεβρών.

Β. Καθ’ όλη την διάρκεια της Συνδιάσκεψης της Λωζάνης, από την 1η Νοεμβρίου 1922 έως την 24η Ιουλίου 1923, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ‘ξεδίπλωσε’, με μεγάλη διεθνή απήχηση, το κύρος του, τις γνώσεις του και ιδίως τις εμπειρίες του για όλα τ’ ‘ανοικτά μέτωπα’ της Ελλάδας. Μ’ έμφαση στα ζητήματα των συνόρων μας, των Νησιών του Αιγαίου, της αποτελεσματικής προστασίας του Πατριαρχείου, της αντίκρουσης των περί πολεμικών αποζημιώσεων εξωπραγματικών τουρκικών αξιώσεων και του ολοκληρωμένου καθορισμού του νομικού καθεστώτος των Μειονοτήτων στην Ελλάδα και στην Τουρκία αντιστοίχως. Καίτοι η επιτυχία του Ελευθερίου Βενιζέλου ήταν, υπό τις τραγικές περιστάσεις της εποχής, οφθαλμοφανής, ο ίδιος απέφυγε κάθε θριαμβολογία, με πλήρη επίγνωση ότι ο ‘γολγοθάς’ δεν είχε τελειώσει για την Πατρίδα. Ενδεικτικό είναι ότι αμέσως μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, την 24η Ιουλίου 1923, μεταξύ της Ελλάδας, της Τουρκίας και των Συμμάχων, ο Ελευθέριος Βενιζέλος τηλεγράφησε στους Νικόλαο Πλαστήρα και Στυλιανό Γονατά: ‘Ευχαρίστως αγγέλω υμίν ότι σήμερον, μεταμεσημβρίαν, εις την μεγάλην αίθουσαν του Πανεπιστημίου Λωζάννης, υπεγράφη η Συνθήκη της Ειρήνης μετά πασών των σχετικών συμβάσεων, δηλώσεων και πρωτοκόλλων. Η Συνθήκη αύτη, συναφθείσα μετά την Μικρασιατικήν Καταστροφήν, δεν σημαίνει, ατυχώς, Ελληνικόν θρίαμβον. Αλλά η Επανάστασις δύναται να είναι υπερήφανος ότι αναδιοργανώσασα Εθνικόν Στρατόν έδωκε τα μέσα εις την Αντιπροσωπείαν της να επιτύχη την συνομολόγησιν εντίμου ειρήνης, ήτις επιτρέπει εις την Ελλάδα να επιστρέψη εις τα έργα ειρήνης και να αφοσιωθή εις το έργον της εσωτερικής περισυλλογής‘.

Ι. Οι περί των Μειονοτήτων στην Ελλάδα και στην Τουρκία ρυθμίσεις των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης

Η περαιτέρω ανάλυση θα επικεντρωθεί, πρωτίστως, στο ζήτημα Μειονοτήτων εντός των ορίων της Ελλάδας και της Τουρκίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης. Και στο σημείο αυτό διευκρινίζεται, ευθύς εξ αρχής, ότι το σημαντικότερο επίτευγμα του Ελευθερίου Βενιζέλου ήταν εκείνες οι ρυθμίσεις της Συνθήκης της Λωζάνης, οι οποίες καθορίζουν ότι η μεν Μειονότητα στην Ελλάδα είναι Θρησκευτική, ήτοι Μουσουλμανική, ενώ η Μειονότητα στην Τουρκία είναι Εθνική, ήτοι Ελληνική. Και με δεδομένο ότι, όπως η Ελλάδα -και όχι μόνο- έχει καταστήσει urbi et orbi σαφές, από την ίδια την νομική φύση της η Συνθήκη της Λωζάνης δεν καταργείται ούτε αναθεωρείται, περαιτέρω συνάγεται, με σαφήνεια, πως οι διατάξεις της ισχύουν και θα ισχύουν, στο ακέραιο, μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, άρα και έναντι της Τουρκίας. Αυτή δε η διαρκής και αδιάλειπτη ισχύς της Συνθήκης της Λωζάνης επιτρέπει, ανά πάσα στιγμή, να κριθούν αλλά και να συγκριθούν, αντιστοίχως, η στάση της Ελλάδας καθώς και η στάση της Τουρκίας ως προς την εφαρμογή της, από την έναρξη της ισχύος της έως σήμερα.

Α. Η Σύμβαση της 30ής Ιανουαρίου 1923 περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών και οι έννομες συνέπειές της ως προς το ζήτημα των Μειονοτήτων

Της Συνθήκης της Λωζάνης προηγήθηκε, πάντοτε στο πλαίσιο της κατά τ’ ανωτέρω Συνδιάσκεψης της Λωζάνης, η Σύμβαση περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών -μετά του σχετικού Πρωτοκόλλου- η οποία υπογράφηκε, μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας, την 30ή Ιανουαρίου 1923.

1.Κρίσιμες, ως προς το ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελλάδα και στην Τουρκία, είναι οι διατάξεις της ως άνω Σύμβασης που εμπεριέχονται στα άρθρα:

α) 2, σύμφωνα με τις οποίες: «Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένην ανταλλαγήν: α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης. Θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προ της 30ής Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αύτη καθορίζεται δια του νόμου του 1912. Θέλουσι θεωρηθή ως μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι Μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης τω 1913 δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.

β) 3, σύμφωνα με τις οποίες: «Οι Έλληνες και οι Μουσουλμάνοι, οι εγκαταλείψαντες ήδη από της 18ης Οκτωβρίου 1912 τα εδάφη, ων οι Έλληνες και Τούρκοι κάτοικοι θέλουσιν αμοιβαίως ανταλλαγή, θα θεωρηθώσι περιλαμβανόμενοι εν τη ανταλλαγή τη προβλεπομένη εν τω 1 άρθρω.

γ) 5, σύμφωνα με τις οποίες: «Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 της παρούσης Συμβάσεως, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και αι απαιτήσεις των εν Τουρκία Ελλήνων ή των εν Ελλάδι Μουσουλμάνων, ουδόλως θέλουσι θιγή συνεπεία της γενησομένης δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως ανταλλαγής.

2. Οι προμνημονευόμενες διατάξεις της Σύμβασης περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών αποτελούν, έκτοτε, αναπόσπαστο τμήμα της Συνθήκης της Λωζάνης, όπως προκύπτει από τις διατάξεις:

α) Του άρθρου 19 της Σύμβασης αυτής, σύμφωνα με τις οποίες: «Η παρούσα Σύμβασις θα έχη το αυτό κύρος και την αυτήν ισχύν έναντι των ώδε Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, ωσεί περιελαμβάνετο αύτη εν τη Συνθήκη Ειρήνης, ήτις θέλει συναφθή μετά της Τουρκίας. Η ισχύς ταύτης άρξεται αμέσως μετά την επικύρωσιν της ειρημένης Συνθήκης παρά των δυο υψηλών Συμβαλλομένων Μερών».

β) Του άρθρου 142 της Συνθήκης της Λωζάνης, σύμφωνα με τις οποίες: “Η συνομολογηθείσα την 30ην Ιανουαρίου 1923 μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας ειδική Σύμβασις περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών θα έχη μεταξύ των δύο τούτων Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών την αυτήν ισχύν και κύρος, ως εάν περιελαμβάνετο εν τη παρούση Συνθήκη“.

Β. Η γραμματική και τελεολογική ερμηνεία των διατάξεων της Σύμβασης της 30ής Ιανουαρίου 1923 περί ανταλλαγής Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών και της Συνθήκης της Λωζάνης, ως προς το ζήτημα των Μειονοτήτων

Από την γραμματική και τελεολογική ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 142 της Συνθήκης της Λωζάνης, οι οποίες καθιστούν αναπόσπαστο μέρος της και τις ρυθμίσεις των διατάξεων των προμνημονευόμενων άρθρων 2,3 και 5 της Σύμβασης περί ανταλλαγής Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών της 30ής Ιανουαρίου 1923, συνάγεται, και μάλιστα ανενδοιάστως, ότι:

1.Οι διατάξεις αυτές προέβλεψαν, μεταξύ άλλων, και την ανταλλαγή των Μειονοτήτων.

α) Με την έννοια της αμοιβαίας μετεγκατάστασης Τούρκων υπηκόων, Ελληνικού Ορθόδοξου Θρησκεύματος, στην Ελλάδα και Ελλήνων υπηκόων, Μουσουλμανικού Θρησκεύματος, στην Τουρκία.

β) Όμως, η Συνθήκη της Λωζάνης εξαίρεσε, ρητώς, από την ρύθμιση αυτή τόσο τους Μουσουλμάνους μόνιμους κατοίκους της Δυτικής Θράκης, όσο και, τους Έλληνες μόνιμους κατοίκους της Περιφέρειας της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των Περιχώρων, εγκατεστημένων στην Τουρκία προ της 30ής Οκτωβρίου 1918.

2. Εκ τούτων συνάγεται, επίσης ανενδοιάστως, και ότι:

α) Οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης συνιστούν αμιγώς «Θρησκευτική Μειονότητα» και είναι, κατά πάντα, Έλληνες ως προς την ιθαγένειά τους. Επέκεινα:

α1) Αφενός μπορούν να διεκδικήσουν, με κάθε νόμιμο μέσο, την ακώλυτη άσκηση και όλων, ανεξαιρέτως, των δικαιωμάτων που, κατά το Σύνταγμά μας, το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το Διεθνές Δίκαιο, αναγνωρίζονται στα μέλη Θρησκευτικών Μειονοτήτων. Κυρίως δε τα δικαιώματα, τα οποία σχετίζονται με την Θρησκευτική Ελευθερία και την συνακόλουθη απόρριψη κάθε μορφής αντίθετων προς αυτή διακρίσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν, αμέσως ή εμμέσως, ιδίως σε παραβίαση της αρχής της Ισότητας (άρθρο 4 του Συντάγματος) και των γενικών ρητρών του σεβασμού της αξίας του Ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος) και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος).

α2) Αφετέρου, όμως, δεν μπορούν να διεκδικήσουν την υπεράσπιση δικαιωμάτων ή έννομων συμφερόντων η οποία, αμέσως ή εμμέσως, θα έθετε εν αμφιβόλω την Ελληνική ιθαγένειά τους. Πολλώ δε μάλλον δικαιωμάτων ή έννομων συμφερόντων που θα ήταν σε θέση, και πάλι αμέσως ή εμμέσως, ν’ αλλοιώσουν την φύση της ως αμιγώς Θρησκευτικής Μειονότητας, προσδίδοντάς της χαρακτηριστικά Εθνικής Μειονότητας, π.χ. Τουρκικής Μειονότητας.

β) Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των Περιχώρων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Τουρκία προ της 30ής Οκτωβρίου 1918, είναι μέλη αμιγώς Εθνικής Μειονότητας. Επέκεινα, το Κράτος της Τουρκίας:

β1) Δεν νομιμοποιείται, κατ’ ουδένα τρόπο, να τους απαγορεύει, αμέσως ή εμμέσως, την καθ’ οιονδήποτε τρόπο επίκληση της Ελληνικής τους καταγωγής και την υπεράσπιση των κάθε είδους δικαιωμάτων ή και έννομων συμφερόντων, τα οποία συνδέονται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, με την ως άνω επίκληση.

β2) Επίσης δεν νομιμοποιείται, και πάλι κατ’ ουδένα τρόπο, να προβαίνει, με απώτερο σκοπό την «στόχευση» της Ελληνικής τους καταγωγής, σε διακρίσεις ή, a fortiori, σε διώξεις εις βάρος τους κατά την άσκηση των κάθε είδους δικαιωμάτων, τα οποία τους αναγνωρίζει το Σύνταγμα της Τουρκίας και, κυρίως, το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, καθ’ ό μέτρο τούτο επηρεάζει εν προκειμένω και την Έννομη Τάξη της Τουρκίας, λόγω των Ευρωπαϊκών της δεσμεύσεων κατά την, όποια έως σήμερα, ενταξιακή της πορεία και προοπτική.

ΙΙ. Η διαχρονική πορεία εφαρμογής της Συνθήκης της Λωζάνης, αναφορικά με τις περί Μειονοτήτων διατάξεις της, από την Ελλάδα

Η ανάλυση του όλου κανονιστικού πλαισίου των περί Μειονοτήτων διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία προηγήθηκε, επιτρέπει, με μεγάλη θεσμική αλλά και πολιτική ευχέρεια και ακρίβεια, την ως σήμερα αποτίμηση του κατά πόσον η Ελλάδα και η Τουρκία σεβάσθηκαν η μεν πρώτη τις υποχρεώσεις της έναντι της Θρησκευτική&sigmaf

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button