Προκόπης Παυλόπουλος: Η Νομική Επιστήμη μπροστά στις προκλήσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης
Σε ομιλία του, κατά την Επιστημονική Συζήτηση που οργάνωσε η Ακαδημία Αθηνών με τίτλο «Η Τεχνητή Νοημοσύνη στο πεδίο απονομής της Δικαιοσύνης», ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος ανέπτυξε το θέμα « «Διλήμματα» της Νομικής Επιστήμης στο πλαίσιο των προκλήσεων της Τεχνητής Νοημοσύνης» και επισήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Πρόλογος
Τον Ιούνιο του 2022 ο Blake Lemoine, μηχανικός της Google στο Τμήμα «Responsible Innovation» («Υπεύθυνη Καινοτομία»), έδωσε στην δημοσιότητα τον διάλογο που είχε με το «Μεγάλο Γλωσσικό Μοντέλο» «LaMDA» -είδος «Μεγάλου Νευρωνικού Δικτύου»- τα αρχικά του οποίου σημαίνουν «Language Model for Dialogue Applications», ήτοι «Γλωσσικό Μοντέλο για εφαρμογές Διαλόγου». Και με βάση τα δεδομένα του ως άνω διαλόγου υποστήριξε ότι το «LaMDA», εκτός από Τεχνητή Νοημοσύνη, διέθετε και μια στοιχειώδη μορφή Τεχνητής Συνείδησης, «επιτυγχάνοντας» κάτι το οποίο κατά γενική ομολογία στο πεδίο των οικείων Επιστημονικών Κοινοτήτων θεωρείται ακόμη αδύνατο ή και αδιανόητο.
Α. Το συμπέρασμα αυτό απορρίφθηκε από κορυφαίους υπευθύνους της Google, όπως από τον Αντιπρόεδρο Blaise Aguera y Arcas και την επικεφαλής του Τμήματος «Responsible Innovation» Jen Gennai. Συνεπεία τούτων, στην συνέχεια ο εν λόγω συνεργάτης απομακρύνθηκε από την Google. Αν ο Blake Lemoine είχε «τιθασεύσει» τον αρχικό ενθουσιασμό του, δεχόμενος ότι το «LaMDA» διαθέτει πλέον Τεχνητή Νοημοσύνη που βρίσκεται ένα, μόλις, βήμα πριν από την Τεχνητή Συνείδηση -κάτι το οποίο ούτως ή άλλως φαντάζει επιστημονικώς τουλάχιστον υπερβολικά αισιόδοξο, όπως θα διευκρινισθεί στην συνέχεια- μάλλον θα παρέμενε έως σήμερα σημαίνον στέλεχος της Google.
Β. Και τούτο διότι, όπως ήδη επισημάνθηκε ακροθιγώς, κατά την απολύτως κρατούσα στις Επιστημονικές Κοινότητες θέση και σήμερα -παρά την εμφάνιση και την απροσδιόριστων ακόμη διαστάσεων προοπτική εξέλιξης του Κβαντικού Υπολογιστή καθώς και των εν δυνάμει σχεδόν απεριόριστων δυνατοτήτων του- γίνεται καθολικώς δεκτό ότι ο Άνθρωπος είναι το πιο «έξυπνο» ον μεταξύ των κάθε είδους όντων στον Πλανήτη, δοθέντος ότι είναι συνδυασμός Homo Sapiens και Homo Sentiens, άρα διαθέτει εκτός από Νοημοσύνη και Συνείδηση. Ενώ ακόμη και τα πιο εξελιγμένα «Μεγάλα Νευρωνικά Δίκτυα» («ΜΝΔ») διαθέτουν μόνο Τεχνητή Νοημοσύνη, οπωσδήποτε υψηλότατου βαθμού, που σε ορισμένες περιπτώσεις -όπως στην περίπτωση του «LaMDA»- φαίνεται να δείχνει ότι είναι έτοιμα για την μεγάλη «υπέρβαση». Δίχως όμως να διακρίνεται στον ορίζοντα, και του απώτερου μέλλοντος, η προοπτική δημιουργίας και Τεχνητής Συνείδησης υπό την ολοκληρωμένη επιστημονικώς σύλληψή της, που και αυτή παραμένει, σε σημαντικό βαθμό, «ανεξερεύνητη». Συγκεκριμένα:
Ι. Το «διάνυσμα» μεταξύ Νοημοσύνης και Συνείδησης
Ο Άνθρωπος διατηρεί αναμφισβήτητα την υπεροχή του έναντι κάθε άλλου, οιασδήποτε μορφής, όντος στον Πλανήτη επειδή είναι συνδυασμός Homo Sapiens και Homo Sentiens.
Α. Στα «άδυτα» της Συνείδησης
Κατ’ ακρίβεια, ο Άνθρωπος διαθέτει αφενός Νοημοσύνη, που του ανοίγει ένα απέραντο πεδίο Γνώσης. Και, αφετέρου, Συνείδηση, που μέσω της δια της Γνώσης -και όχι μόνο- σώρευσης εμπειρίας τον οδηγεί στην ενσυναίσθηση, στην αυτογνωσία και εν τέλει στην αυτεπίγνωση. Τούτο είναι επιστημονικό συμπέρασμα εξαγόμενο με την συνδρομή πολλών Επιστημών, βεβαίως με την πρόσθετη διευκρίνιση ότι δεν γνωρίζουμε έως τώρα πλήρως πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος του Ανθρώπου, ιδίως κατά την «διαμόρφωση» και την εκκίνηση της διαδικασίας ενεργοποίησης της Συνείδησης.
Ειδικότερα, είναι μέχρι σήμερα γνωστό ότι υπάρχει «συνέχεια» μεταξύ ασυνειδήτου και συνειδητού. Υπό την έννοια ότι στην πράξη ο Άνθρωπος ενεργεί ξεκινώντας από την αφετηρία του ασυνειδήτου και φθάνει στο στάδιο του συνειδητού, οπότε και ολοκληρώνεται η διαδικασία «διέγερσης» της Συνείδησης, επέκεινα δε η εκκίνηση της αντίστοιχης διαδικασίας επιλογής της πράξης ή της παράλειψης εν γένει.
α) Όμως δεν γνωρίζουμε επαρκώς -και είναι άγνωστο το αν και πότε θα φθάσουμε στο επίπεδο μιας τέτοιας γνώσης, με τις επιστημονικές αντιλήψεις να είναι εν προκειμένω αντικρουόμενες- την «δομή» και τις «πηγές» του ασυνειδήτου, κατά συνέπεια δε την λειτουργία του μηχανισμού «μετάβασης» από το ασυνείδητο στο συνειδητό. Ενώ λοιπόν η επαρκής γνώση της δομής και της λειτουργίας της Νοημοσύνης έχει επιτρέψει την «ανάδυση» -και μάλιστα με ολοένα και μεγαλύτερη «ένταση»- της Τεχνητής Νοημοσύνης, η άκρως ελλιπής, κατά τ’ ανωτέρω, διείσδυση στα «arcana» του ασυνειδήτου και του συνειδητού και της μεταξύ τους επικοινωνίας καθιστά αδύνατη έστω και την αναδίφηση της προοπτικής δημιουργίας Τεχνητής Συνείδησης.
β) Είναι δε εντελώς ουτοπικό οποιοδήποτε εγχείρημα αναζήτησης της λύσης αυτού του «δήλιου προβλήματος» της πεμπτουσίας του ασυνειδήτου και του συνειδητού μέσω της εξέλιξης της Τεχνητής Νοημοσύνης και του κατάλληλου προγραμματισμού στο μέλλον κάποιου εξαιρετικά «έξυπνου» «ΜΝΔ», αφού ένας τέτοιος προγραμματισμός προϋποθέτει επαρκή γνώση των «συντεταγμένων» του προβλήματος προς επίλυση, άρα του «μηχανισμού» ασυνειδήτου και συνειδητού η οποία, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υφίσταται.
2. Συνακόλουθα, κανένα «ΜΝΔ», συμπεριλαμβανομένων των «Μεγάλων Γλωσσικών Μοντέλων» («ΜΓΜ») τύπου «LaMDA», δεν διαθέτει Συνείδηση, έστω και σε αρχικό στάδιο.
α) Αυτό που συμβαίνει είναι ότι τα προαναφερόμενα «ΜΝΔ» είναι τόσο προηγμένα ώστε μπορούν να σωρεύουν, μέσω του κατάλληλου και διαρκώς εξελισσόμενου προγραμματισμού, τεράστιο «όγκο» Γνώσης. Και μέσω αυτής δύνανται πάντα, με τον κατάλληλο προγραμματισμό και αναπρογραμματισμό, να βοηθούν τον Άνθρωπο στην λύση δύσκολων προβλημάτων, μεταξύ άλλων κατά την αναζήτηση μεθόδων λήψης αποτελεσματικών και αποδοτικών αποφάσεων, πολλές φορές ύψιστης σημασίας για το μέλλον και την προοπτική κάθε Χώρας αλλά και ολόκληρου του Πλανήτη. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στο πεδίο αυτό αξιοποίησης της Τεχνητής Νοημοσύνης και σώρευσης Γνώσης τα «ΜΝΔ» είναι σε θέση, υπό προϋποθέσεις που αφορούν την ραγδαία πρόοδο του προγραμματισμού τους, να υπερβούν, σε πολύ συγκεκριμένους βεβαίως τομείς, ακόμη και τον Άνθρωπο.
β) Στα όσα εντελώς ακροθιγώς τονίσθηκαν στην εισαγωγή ως προς την εν προκειμένω δυνατότητα και συμβολή του Κβαντικού Υπολογιστή πρέπει να προστεθούν, επεξηγηματικώς, και τα εξής:
β1) Ο Κβαντικός Υπολογιστής, που ακόμη βρίσκεται σε «εμβρυακό» ουσιαστικώς στάδιο αναφορικά με τις μελλοντικές του αποδόσεις σε μια τεράστια σειρά τεχνολογικών πεδίων, είναι «προϊόν» της Κβαντικής Τεχνολογίας και οι δυνατότητές του βαίνουν πολύ πέραν της Τεχνητής Νοημοσύνης. Σε ό,τι δε αφορά την μεταξύ τους τεχνολογική διαφοροποίηση -με την απαραίτητη διευκρίνιση ότι οι ασχολούμενοι με την Κβαντική Τεχνολογία εν γένει δεν προσφεύγουν, τουλάχιστον προς το παρόν, στην Τεχνητή Νοημοσύνη- σε γενικές γραμμές μπορεί να υποστηριχθεί ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη κάνει την «μηχανή» πιο «έξυπνη», ενώ η Κβαντική Τεχνολογία, με πιο απτό παράδειγμα τον ίδιο τον Κβαντικό Υπολογιστή, την κάνει πιο «γρήγορη». Περαιτέρω -και συμπερασματικώς- η ταχύτητα του Κβαντικού Υπολογιστή μπορεί να ενισχύσει σε βαθμό που ουδείς δύναται να διανοηθεί την «εξυπνάδα» των μέσων της Τεχνητής Νοημοσύνης, κάνοντας μέσα σ’ ελάχιστο χρονικό διάστημα υπολογισμούς οι οποίοι ως σήμερα απαιτούσαν απείρως περισσότερο χρόνο, άρα διασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων, στα μέσα της Τεχνητής Νοημοσύνης αδιανοήτως μεγαλύτερες δυνατότητες ταχύτατου προγραμματισμού και αναπρογραμματισμού. Κάτι το οποίο μπορεί να συμβάλλει τα μέγιστα και στην διατύπωση προβλέψεων ή και στην εξεύρεση εντελώς νέων «οδών» σε όλο το φάσμα της επιστημονικής έρευνας, με τον «ορίζοντα» της σταδιακής εξέλιξης να εμφανίζεται ολοένα και πιο ευρύς στο άμεσο και, κατ’ εξοχήν, στο απώτερο μέλλον. Αυτό δε το οποίο είναι μάλλον βέβαιο, έγκειται στο ότι ο Κβαντικός Υπολογιστής προσδίδει εντελώς άλλες, και μάλιστα απροσδιόριστων προοπτικών, δυνατότητες αξιοποίησης της Τεχνολογίας στο ειδικότερο πεδίο της Θεωρίας των Παιγνίων και, κατ’ επέκταση, στις πολυδιάστατες εφαρμογές της.
β2) Όμως και παρά το ότι ουδείς νομιμοποιείται, κατά τα προεκτεθέντα, ν’ αμφισβητήσει τις έως τα όρια του επιστημονικού «δέους» εξελίξεις κατά την αξιοποίηση του Κβαντικού Υπολογιστή τίποτα -και με κάθε υπόθεσης και μορφής προβλέψεις- δεν επιτρέπει έστω και την στοιχειώδη «υπόνοια» ότι ο Κβαντικός Υπολογιστής και οι εφαρμογές του θα καταστήσουν εφικτή την «μετάβαση» της Τεχνολογίας από το στάδιο της Τεχνητής Νοημοσύνης σ’ εκείνο της Τεχνητής Συνείδησης. Το βέβαιο είναι ότι ο Κβαντικός Υπολογιστής μπορεί να «ωθήσει» την Τεχνητή Νοημοσύνη πολύ πέραν των υπό τις παρούσες συνθήκες ορίων της, όχι όμως έως το σημείο που θα σήμαινε και την «διάβαση» του «Ρουβίκωνα» της Τεχνητής Συνείδησης. Όλα δείχνουν ότι η Κβαντική Τεχνολογία και ο Κβαντικός Υπολογιστής αδυνατούν, εκ φύσεως, να επιτελέσουν μια τέτοια αποστολή. Οπότε και εδώ ισχύει ο κανόνας -διεπιστημονικής ισχύος- «impossibilium nulla obligatio est».
Β. Στον «αστερισμό» της διαβρωτικής διακινδύνευσης
Άκρως αντιπροσωπευτικό είναι το παράδειγμα του μέσω ενός «ΜΝΔ» αναπτυχθέντος προγράμματος «AlphaZero» για σκακιστικά παιχνίδια υψηλότατου επιπέδου.
Το πρόγραμμα «AlphaZero» οδήγησε στην «κατάκτηση» εκείνη της Τεχνητής Νοημοσύνης, στο πλαίσιο της οποίας ο προγραμματισμός με παρτίδες σκάκι ενός «ΜΝΔ» του επέτρεψε να δημιουργήσει νέες παρτίδες που ουδέποτε είχε σκεφθεί ο Άνθρωπος. Περαιτέρω δε του έδωσε την δυνατότητα να παίζει τις παρτίδες αυτές με τέτοιο τρόπο, ώστε να «αιφνιδιάζει» κάθε φορά τον αντίπαλο Άνθρωπο-σκακιστή και να τον κερδίζει πάντοτε. Αυτός ο «αιφνιδιασμός» οφείλεται ιδίως στο ότι οι κινήσεις του «ΜΝΔ» είναι τόσο απρόβλεπτες -π.χ. «θυσία» της βασίλισσας εκεί που δεν θα μπορούσε να το σκεφθεί και να το επιλέξει ο Άνθρωπος-σκακιστής, όσο έμπειρος και αν είναι- ώστε να «διαλύει» τους υπολογισμούς του Ανθρώπου-«αντιπάλου» και να τον οδηγεί, στην καλύτερη περίπτωση, σε μια «ισοπαλία», συνήθως όμως στην «ήττα».
Το παράδειγμα του «AlphaZero» μας μετάγει όμως και στο μείζον πρόβλημα των κινδύνων, τους οποίους συνεπάγεται η χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης σ’ ένα τόσο υψηλό επίπεδο μέσω των «ΜΝΔ». Τα τελευταία προγραμματίζονται -και στην συνέχεια, εξαιτίας της άκρως προηγμένης Τεχνητής Νοημοσύνης, μπορούν να αναπρογραμματίζονται σχεδόν αενάως- για την εξεύρεση λύσεων στα προβλήματα που τους έχουν τεθεί, κυρίως δε στα προβλήματα τα οποία σχετίζονται με την λήψη αποφάσεων. Ειδικότερα, οι αλγόριθμοι της Τεχνητής Νοημοσύνης μπορούν να λύσουν, αναβαθμιζόμενοι προγραμματικώς ανάλογα με την εξέλιξη της Τεχνολογίας, πολλά και ολοένα και περισσότερο πολύπλοκα προβλήματα, δοθέντος ότι η αντίστοιχη τελειοποίηση των αλγορίθμων μπορεί να οδηγήσει σε ακαταπαύστως νέους και πιο εξελιγμένους «επιχειρησιακώς», στο πεδίο της Τεχνητής Νοημοσύνης, αλγορίθμους. Αναπροσαρμοζόμενο και αναλόγως αναβαθμιζόμενο έτσι το κατά περίπτωση «ΜΝΔ» αναζητά και βρίσκει, με κάθε τρόπο, την λύση.
Επειδή όμως, όπως επισημάνθηκε, το «ΜΝΔ» δεν διαθέτει -ούτε έχουμε την δυνατότητα να του «διοχετεύσουμε»- πέραν της Τεχνητής Νοημοσύνης και Τεχνητή Συνείδηση, αδυνατεί να θέσει «ηθικούς κανόνες» και να υπακούσει σε αυτούς ως προς το αν και κατά πόσο η λύση που επιλέγει ενδεχομένως να είναι επιβλαβής ή και καταστροφική για τον Άνθρωπο, ο οποίος ζει πάντοτε μέσα σ’ ένα κοινωνικό σύνολο. Με άλλες λέξεις, το «ΜΝΔ» δεν μπορεί να έχει, αφ’ εαυτού, «ηθικούς φραγμούς». Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται το μείζον και άκρως «επώδυνο» πρωθύστερο: Η πορεία της Τεχνητής Νοημοσύνης μέσω των «ΜΝΔ» συνεχίζεται «ακάθεκτη», δίχως να έχουμε διαμορφώσει τους κατάλληλους, έστω και στοιχειωδώς, «κανόνες δεοντολογίας» για την χρήση τους κατά τρόπο ώστε να μην θέτουν σε διακινδύνευση το μέλλον του Ανθρώπου, άρα -εν τέλει- αυτού τούτου του Πολιτισμού μας.
ΙΙ. Ορισμένες επικίνδυνες ψευδαισθήσεις στο πεδίο της Νομικής Επιστήμης
Τα όσα σημειώθηκαν προηγουμένως δείχνουν πόσο απέχουν από την πραγματικότητα εκείνοι, οι οποίοι «διαβλέπουν» στον χώρο της Νομικής Επιστήμης μια τέτοια χρήση των σύγχρονων «ΜΝΔ», ώστε να υποκαθιστούν, έστω και σε ορισμένες περιπτώσεις, στην πράξη τα θεσμοθετημένα όργανα της Νομοθετικής, της Εκτελεστικής και της Δικαστικής Εξουσίας, είτε κατά την παραγωγή των κανόνων δικαίου είτε &kap