Προκόπης Παυλόπουλος: Φόρος Τιμής στον “Γέρο του Μοριά” Θεόδωρο Κολοκοτρώνη
Στην ομιλία του, κατά την εκδήλωση που οργάνωσε η Ακαδημία Αθηνών προς τιμήν του «Πατριωτικού Ομίλου Απογόνων Αγωνιστών 1821 και Ιστορικών Γενών της Ελλάδας», με θέμα «Φόρος Τιμής στον «Γέρο του Μοριά» Θεόδωρο Κολοκοτρώνη: Η ανεκτίμητη συμβολή του στην ευόδωση της Εθνεγερσίας και στην Ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους», ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
Διακόσια, και πλέον, χρόνια από την «έκρηξη» της Επανάστασης του 1821 η Ιστορία έχει «εκδώσει» την αμετάκλητη «ετυμηγορία» της για την ανυπέρβλητη Εθνική συνεισφορά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, του θρυλικού «Γέρου του Μοριά»: Από την μια πλευρά ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης -φυσικά μαζί με πολλούς άλλους μεγάλους Αγωνιστές που πρωταγωνίστησαν μαζί του- έβαλε ανεξίτηλη την «σφραγίδα» του στην ευόδωση της Εθνεγερσίας, με κορυφαίες στιγμές την Άλωση της Τριπολιτσάς και την Μάχη στα Δερβενάκια.
Και από την άλλη πλευρά -και αυτή η «πτυχή» της ιστορικής του διαδρομής δεν πρέπει, κατ’ ουδένα τρόπο, να υποτιμάται – τασσόμενος «στο πλευρό» του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και επιδεικνύοντας υποδειγματικό πολιτικό, υπό την ευρεία του όρου έννοια, ήθος πατριωτικής εμβέλειας, «κατέθεσε» απλόχερα την καθοριστικής σημασίας συνεισφορά του στην τελική, κρίσιμη, προσπάθεια για την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, το 1830.
Έτσι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης τίμησε με τον δικό του ανεπανάληπτο τρόπο, στο ακέραιο και έως το τέλος της ζωής του, και τον όρκο που έδωσε το 1818, όταν μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία. Πάνω σε αυτές τις δύο, ιστορικώς συμπληρωματικές μεταξύ τους, όψεις της όλης προσωπικότητάς του εδράζεται η σύντομη ανάλυση που ακολουθεί και που είναι αφιερωμένη στον «Εθνεγέρτη» Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
Ι. Η στρατιωτική-πολεμική ιδιοφυία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Η ιστορική αποτίμηση των γεγονότων της πορείας της Επανάστασης του 1821 καταλήγει, και μάλιστα με αμάχητα, επίσης ιστορικώς, τεκμήρια στο ότι η οριστική ευόδωση της Εθνεγερσίας οφείλει τα μέγιστα στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Η διαπίστωση αυτή ουδόλως μειώνει την πολύπλευρη συμβολή όλων των άλλων μεγάλων Αγωνιστών και Συμπολεμιστών του στον αγώνα για την Ελευθερία και για την Εθνική Ανεξαρτησία. Κάθε άλλο. Όμως, και κατά γενική πλέον ομολογία, δίχως την στρατιωτική-πολεμική ιδιοφυία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη ο αγώνας αυτός μάλλον δεν θα είχε την κατάληξη εκείνη, η οποία θεμελίωσε την πιο στέρεη «αντηρίδα» για την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.
Την στρατιωτική-πολεμική ιδιοφυία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη συνέθεταν ιδίως οι σπάνιες ικανότητές του να συνδυάζει, κατά τις περιστάσεις, τις μεθόδους της «πολιορκίας» του αντιπάλου, κυρίως όταν ο τόπος και ο χρόνος του έδιναν τ’ αντίστοιχα περιθώρια οργάνωσης και εκτέλεσής της. Και του «κλεφτοπολέμου», κυρίως όταν επρόκειτο ν’ αντιμετωπίσει πολύ ανώτερα, αριθμητικώς και σε ό,τι αφορά τον εξοπλισμό τους, στρατεύματα σε ανοιχτό πεδίο. Η πρώτη από τις ως άνω μεθόδους του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη «σημάδεψε» ιστορικώς την Άλωση της Τριπολιτσάς, αν και κατ’ ακρίβεια θα έπρεπε να γίνεται λόγος μάλλον για την Απελευθέρωση της Τριπολιτσάς. Και η δεύτερη -οπωσδήποτε όμως κατά μεγάλο μέρος σε συνάρτηση με την πρώτη, όπως θα διευκρινισθεί στην συνέχεια- ήταν εκείνη η οποία έκρινε την νικηφόρα έκβαση της Μάχης στα Δερβενάκια.
Α. Η Άλωση-Απελευθέρωση της Τριπολιτσάς
Πριν από κάθε άλλη σχετική αναφορά, πρέπει να επισημανθεί ότι το μέγιστο μέρος της επιτυχίας της επιχείρησης –εφεξής κατά την κρατούσα ορολογία- Άλωσης της Τριπολιτσάς ανήκει, δικαιωματικώς, στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Η Ιστορία αναδεικνύει ότι ο «Γέρος του Μοριά» συνέλαβε, σχεδίασε και έκανε πράξη το στρατήγημα αυτό στηριζόμενος στην, οιονεί «ενορατική», αντίληψη ότι μόνον η πτώση και κατάληψη της τότε «Πρωτεύουσας της Πελοποννήσου», της Τριπολιτσάς, θα μπορούσε να βάλει τις βαθιές ρίζες, τις οποίες είχε απόλυτη ανάγκη η Επανάσταση του 1821 για να ευδοκιμήσει.
1. Πραγματικά, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε πλήρη επίγνωση ότι η Τριπολιτσά, ως το ουσιαστικό διοικητικό, στρατιωτικό και οικονομικό κέντρο της Πελοποννήσου, έπρεπε οπωσδήποτε, για λόγους συμβολισμών αλλά πρωτίστως για λόγους ουσίας, να «πέσει στα χέρια» των αγωνιζόμενων Ελλήνων. Έτσι ώστε η Εθνεγερσία ν’ αποκτήσει «παμπελοποννησιακή» εμβέλεια και, με τον τρόπο αυτό, να συντηρήσει «άσβεστη» την προσδοκία και την προοπτική επικράτησής της σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, αλλά και περαιτέρω επέκτασής της, με την προτεραιότητα να «γέρνει» προς την περιοχή της Ρούμελης.
α) Το ότι το στρατήγημα με κεντρικό στόχο την κατάληψη και την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς ανήκει, ουσιαστικώς καθ’ ολοκληρία, στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη προκύπτει ιστορικώς εκ του ότι άλλοι Οπλαρχηγοί Αγωνιστές δεν διέθεταν, παρά την αδιαμφισβήτητη στρατιωτική εμπειρία και γενναιότητά τους, τις ίδιες μεγάλες δυνατότητες ανάλογου πολεμικού σχεδιασμού. Και πρότειναν την διεξαγωγή τοπικών μαχών για την κατάληψη επιμέρους, διάσπαρτων, στρατηγικών σημείων και μικρών οικισμών, θεωρώντας ότι έτσι θα ήταν δυνατό ο αγώνας της Εθνεγερσίας να καταγάγει «εύκολες» νίκες.
β) Είναι όμως προφανές ότι αν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε υιοθετήσει τις απόψεις τους, η Επανάσταση του 1821 θα διέτρεχε τον κίνδυνο να «εκφυλισθεί» αγωνιστικώς, μέσ’ από τοπικές συμπλοκές σημαντικού κόστους σε ανθρώπινες ζωές και μικρής, έως σχεδόν μηδενικής, στρατηγικής ωφέλειας. Ενώ, ταυτοχρόνως, οι οθωμανοί θα είχαν όλο τον χρόνο να οχυρωθούν ακόμη πιο αποτελεσματικά μέσα στην Τριπολιτσά, όταν μάλιστα κρατούσαν εκεί σε ομηρία εκτός από τον υπόλοιπο πληθυσμό και μεγάλο αριθμό Ελλήνων Προκρίτων της ευρύτερης περιοχής.
2. Την στρατιωτική-πολεμική ιδιοφυία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη κατέδειξε, πέραν της προαναφερόμενης κατανόησης της στρατηγικής σημασίας της Τριπολιτσάς, και ο τρόπος με τον οποίο οργάνωσε τον αποκλεισμό της και, εν τέλει, την μάχη για την κατάληψή της.
α) Επιλέγοντας -μεθοδικώς, και με στόχο την περικύκλωση και τον αποκλεισμό της Τριπολιτσάς από οιαδήποτε επικοινωνία, ικανή να της διασφαλίσει την στρατιωτική ενίσχυση και τον κάθε είδους ανεφοδιασμό- συγκεκριμένες περιοχές, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης καθοδήγησε τους αγωνιζόμενους Έλληνες σε τοπικές μάχες, εντεταγμένες όμως σ’ έναν ευρύτερο, κατά τα προεκτεθέντα, σχεδιασμό. Μάχες που ήταν εξαιρετικά πιθανό ότι θα είχαν νικηφόρα κατάληξη, και δη με μικρό κόστος σε ανθρώπινες απώλειες. Πρώτα ήλθε η νίκη στο Λεβίδι, την 14η Απριλίου, για ν’ ακολουθήσουν οι διαδοχικές νίκες στο Βαλτέτσι, μεταξύ 12ης και 13ης Μαΐου και στα Βέρβενα και στα Δολιανά, την 18η Μαΐου.
Τέλος η «Μάχη της Γράνας», όπως έμεινε γνωστή στην Ιστορία της Εθνεγερσίας, υπήρξε το αποκορύφωμα του όλου στρατηγήματος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για την Άλωση της Τριπολιτσάς. Η «Γράνα» δεν ήταν μια προϋπάρχουσα τοποθεσία στην περιοχή, αλλά ένα χαράκωμα συνολικού μήκους 700 μ., περίπου, το οποίο υπό την επίβλεψη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη έσκαψαν περί την Τριπολιτσά αγωνιστές και ντόπιοι κάτοικοι εκτός της Πόλης. Όταν, μέσα σ’ ελάχιστο χρόνο και παρά τις επιθέσεις των οθωμανών, η «Γράνα» ολοκληρώθηκε και ήταν πλήρως επιχειρησιακή, τον Αύγουστο του 1821, είχε ταυτοχρόνως ολοκληρωθεί και ο ασφυκτικός αποκλεισμός της Τριπολιτσάς. Η πτώση της ήταν πλέον προδιαγεγραμμένη.
β) Το πρωινό της 23ης Σεπτεμβρίου του 1821, πάντοτε υπό την καθοδήγηση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη -καίτοι ορισμένες, άστοχες και υπερβολικές, επιθετικές ενέργειες των πολιορκητών επιχειρήθηκαν πέρα και έξω από τις εντολές του και ήταν εντελώς ξένες προς την αυθεντικώς γενναία στρατιωτική και πολεμική του νοοτροπία- η Τριπολιτσά καταλήφθηκε και απελευθερώθηκε. Και μετέπειτα, σχεδόν έως το τέλος της Εθνεγερσίας, υπήρξε το «στρατηγείο» του Αγώνα για ολόκληρη την Πελοπόννησο, και όχι μόνο. Τέσσερα ήταν τα επιμέρους στρατιωτικά σώματα των πολιορκητών της Τριπολιτσάς. Το πολυπληθέστερο, αριθμώντας περίπου 2.500 άνδρες, τελούσε υπό την ηγεσία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ενώ τα τρία άλλα τελούσαν, αντιστοίχως, υπό την ηγεσία των Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Χρήστου «Αναγνώστη» Παπαγεωργίου-Αναγνωσταρά και Παναγιώτη Γιατράκου.
γ) Και ακόμη τούτο ως προς το μοναδικό ηγετικό πρότυπο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη: Ο «Γέρος του Μοριά» είχε, αμέσως και δίχως ίχνος μεμψιμοιρίας, αποδεχθεί το εγχείρημα της κατάληψης και της απελευθέρωσης της Τριπολιτσάς να τεθεί υπό την υπέρτατη ηγεσία του Δημητρίου Υψηλάντη και υπό την αρχιστρατηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Η Ιστορία όμως, κατά «δικαίαν κρίσιν», εξέδωσε μάλλον ευθύς εξ αρχής την «ετυμηγορία» της, αναγνωρίζοντας τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ως την κορυφαία ηγετική προσωπικότητα της Άλωσης της Τριπολιτσάς.
3. Σήμερα το χρέος μας, ως Ελλήνων, έναντι των Αγωνιστών της Εθνεγερσίας και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη πρέπει να επικεντρώνεται στο να τιμούμε εμπράκτως την Ιερή Μνήμη τους αφενός συνάγοντας, με βάση το παράδειγμά τους, τ’ αναγκαία διδάγματα για το δικό μας Εθνικό Χρέος, όταν το απαιτεί η σωτηρία της Πατρίδας. Και, αφετέρου, υπερασπιζόμενοι την ιστορική αλήθεια για την κατάληψη και την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς, περαιτέρω δε ακυρώνοντας αδιαλείπτως την παραχάραξη της Ιστορίας, την οποία ακόμη και στις μέρες μας -ίσως με μεγαλύτερο θράσος και μεγαλύτερη ένταση- επιδιώκει η Τουρκία. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι ανάγκη να προστεθούν και τα εξής:
α) Η ιστορική αλήθεια επιβάλλει ν’ αποδεχθούμε ότι κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις για την κατάληψη και την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς χύθηκε πολύ αίμα. Η στάση ορισμένων από τους πολιορκητές της Τριπολιτσάς -στάση κατά την οποία, δυστυχώς, επικράτησαν καθ’ υπερβολή και τα συναισθήματα των καταπιεσμένων κάτω από το «κυκλώπειο» βάρος της σκλαβιάς τεσσάρων αιώνων- δεν έχει καμία σχέση με την νοοτροπία και το μέτρο ευθύνης που το Έθνος των Ελλήνων έχει επιδείξει, δίχως εξαίρεση, σε ανάλογες περιπτώσεις. Πρέπει όμως στο σημείο τούτο να επισημανθούν και τ’ ακόλουθα, τα οποία η πλευρά της Τουρκίας θέλει, για τους δικούς της ανομολόγητους σκοπούς, ν’ «αγνοεί»:
α1) Πρώτον, εκείνοι που ηγήθηκαν κατά τη μάχη για την κατάληψη και την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς, με πρώτο τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, όχι μόνο δεν επικρότησαν τις ακρότητες και την αιματοχυσία αλλά έκαναν τα πάντα για να την αποφύγουν.
α2) Δεύτερον, και προς επίρρωση αυτού του γεγονότος, πρέπει να υπενθυμίζουμε ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αλλά και άλλοι Οπλαρχηγοί ζήτησαν -ακριβώς για ν’ αποφευχθούν οι αιματηρές υπερβολές- και συγκεκριμένα επανειλημμένως, από τους πολιορκούμενους οθωμανούς να παραδοθούν ειρηνικά, εγγυώμενοι την ασφάλειά τους. Όμως οι οθωμανοί όχι μόνον απέρριψαν κάθε τέτοια πρόταση, αλλά και οι απαντήσεις τους προς την Ελληνική πλευρά ήταν, το λιγότερο, ιταμές και προκλητικές. Επομένως, η τακτική αυτή των οθωμανών δεν μπορεί να μην προσθέτει το δικό της βάρος στην «ζυγαριά» της Ιστορίας σε ό,τι αφορά τα γεγονότα της εποχής εκείνης.
β) Αυτό όμως το οποίο εμείς, οι Έλληνες, οφείλουμε ν’ αντιτάσσουμε όχι μόνο προς την Τουρκία αλλά και προς όλους εκείνους, διεθνώς -ευτυχώς λίγους βεβαίως- οι οποίοι «συμμερίζονται» τις θέσεις της, είναι πως αποτελεί τουλάχιστον πρόκληση απέναντι στην Ελλάδα αλλά, κυρίως, και απέναντι στην ίδια την Ιστορία να επιχειρούν την εξίσωση της αιματοχυσίας κατά την Μάχη της Άλωσης της Τριπολιτσάς με τα στυγερά εγκλήματα της Τουρκίας εις βάρος των Ελλήνων, και όχι μόνο.
β1) Πριν απ’ όλα η Τουρκία οφείλει να θυμάται τους ποταμούς αίματος των Ελλήνων κατά τους τέσσερις αιώνες σκλαβιάς, αρχής γενομένης από την ανελέητη σφαγή κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Όπως επίσης οφείλει να θυμάται το αδιανόητο μαρτύριο που υπέμειναν οι αγωνιζόμενοι Έλληνες και το αίμα που χύθηκε, «κρουνηδόν», κατά τους τέσσερις αιώνες σκλαβιάς υπό τον οθωμανικό ζυγό «ελαυνόμενο» από την βαρβαρότητα των εκάστοτε Σουλτάνων. Αναφέρομαι εδώ, εν είδει παραδείγματος και μόνο, στις παρατηρήσεις και διαπιστώσεις του Γάλλου περιηγητή της εποχής εκείνης Jean-François-Maxime Raybaud -που κάθε άλλο παρά ευνοϊκά είχε κρίνει αρχικώς την στά