Πισπιρίγκου: “Δεν έχω καμία σχέση. Ούτε τις κεταμίνες ξέρω, ούτε τίποτα”
«Εγώ δεν έχω καμία σχέση. Ούτε τις κεταμίνες ξέρω ούτε τίποτα. Τεράστια ψέματα σας έχουν πει. Είναι πιο τίμιο να παραδεχθείς ένα λάθος παρά να φτιάχνεις ιστορίες». Με αυτά τα λόγια η Ρούλα Πισπιρίγκου ολοκλήρωσε την περιγραφή της ημέρας του θανάτου της 9χρονης Τζωρτζίνας, κατά την τρίτη ημέρα της απολογίας της.
Η κατηγορούμενη πιστή στην υπερασπιστική της γραμμή, σύμφωνα με την οποία η κατάρρευση της υγείας της κόρης της ήταν αποτέλεσμα των ενεργειών των θεράποντων ιατρών της, κατηγορούμενη αναφέρθηκε στα όσα έλαβαν χώρα στο Παίδων. Ύστερα από διακοπή ενός μήνα, λόγω της αποχής των δικηγόρων, η κατηγορούμενη αναφέρθηκε στην δεύτερη ανακοπή της Τζωρτζίνας λέγοντας: «Ξημέρωσε 29η, η Τζωρτζίνα δεν είχε καμία επαφή. Το μεσημέρι άρχισε πάλι να ανεβάζει σφίξεις και βγήκα στο διάδρομο. “Κάνει επεισόδιο, ελάτε” τους είπα. Λένε ότι έφτασα και καθόμουν και κοιτούσα τη νοσηλεύτρια χωρίς να λέω κάτι. Δεν υπάρχει λογική. Για να φτάσω στους νοσηλευτές σημαίνει ότι κάτι ζητούσε το παιδί μου. Και άρχισαν μια ιστορία κι λένε ότι δεν κατάλαβαν τι ήθελα εγώ και υποψιάστηκαν μόνοι τους τους σπασμούς! (…) Ήρθαν και μετά από λίγο μου είπαν να περάσω έξω. Είδα μόνο ότι κάνουν μαλάξεις στην καρδιά. Είδα τον ίδιο γιατρό με αυτόν της Μαλένας να μπαίνει, είπα “ωχ τι συμπτώσεις είναι αυτές…”. Όταν βγήκε, λέει η Τζωρτζίνα δεν θα τα καταφέρει. Το παιδί δεν είναι καλά, φεύγει. Του είπα να μπει μέσα να προσπαθήσει κι άλλο γιατί έχει βηματοδότη- απινιδωτή. Δεν το ήξερε καν. (..) Μετά την άκουσα να φωνάζει, πίστεψα ότι όλα καλά και μετά μου είπαν το παιδί διασωληνώθηκε. Μετά βγήκε ο γιατρός και τους είπε να με πάνε σε ένα γραφείο, κι εκεί μου είπε ότι δεν τα κατάφερε. “Πως αφού είχε βηματοδότη!” είπα. “Δεν ξέρω θα σας πουν” μου απάντησε».
Στη συνέχεια, βρέθηκαν στο δωμάτιο με την 9χρονη. Ο Μάνος ήταν στα πόδια της και έκλαιγε. Τη σήκωσα πάνω μου και έλεγα “γιατί με άφησες μόνη μου, γιατί κι αυτή;” Τι γινόταν; Δεν είχε καταλάβει κανένας! Τζωρτζίνα μου, γιατί κι εσύ; Ορκίστηκα εκείνη την ώρα ότι θα το βρω και θα το βρω. Εγώ δεν έχω καμία σχέση. Ούτε τις κεταμίνες ξέρω, ούτε τίποτα. Τεράστια ψέματα σας έχουν πει. Κλαίω γιατί είναι πολλά, είναι η θλίψη, η αγανάκτηση το πένθος μου» είπε και καταφέρθηκε κατά των γιατρών λέγοντας: «Οι λέξεις τους ήταν μεγαλύτερες από το μπόι τους. Για να είναι ήρωες μετά. Είναι πιο τίμιο να παραδεχθείς ένα λάθος παρά να φτιάχνεις ιστορίες. Αλλά ήταν όλοι κατηγορηματικοί για όλα, ούτε ένα ίσως ένα πιθανόν».
Και κατέληξε: «Αυτή ήταν η τρίτη φορά που ανεβήκαμε τρεις και κατεβήκαμε δύο. Και εγώ με ένα λαστιχάκι στο χέρι κάθε αφορά, το μόνο που απέμεινε από τα παιδιά μου».
Μίλησε επίσης για τις απειλές που έχει δεχθεί και για επιθέσεις στο σπίτι της, ενώ αναφέρθηκε και σε μήνυμα που έστειλε η ηθοποιός της σειράς του Mega «Ναυάγιο», Γιολάντα Μπαλαούρα στο οποίο της έγραφε: «Άντε κρεμάσου σιχαμένη να ξεβρωμίσει ο τόπος!».
Σχετικό Άρθρο
Δίκη Πισπιρίγκου: Βολές κατά του βασικού μάρτυρα – “Η φωνή της Τζωρτζίνας είμαι εγώ και ο μπαμπάς της”
“Η Τζωρτζίνα δεν είδε την Ίριδα να πεθαίνει”
Παράλληλα, η Ρούλα Πισπιρίγκου επεσήμανε ότι δεν τίθεται ζήτημα οι κρίσεις της Τζωρτζίνας να συνδέονται με ψυχολογικά προβλήματα που απέκτησε το παιδί επειδή είδε την Ίριδα να πεθαίνει: «Η Τζωρτζίνα δεν είχε καμία επαφή με τη Ίριδα. Ήταν σε άλλο δωμάτιο και δεν την είδε στην κούνια, γιατί κοιμόταν. Είδε μόνο το μωρό στο χαλί και εμάς από επάνω. Δεν την είδε να πεθαίνει, ούτε έβαλε τις φωνές… Σε κανένα ιστορικό, σε κανένα νοσοκομείο δεν έχει δώσει κανένας γονείς αυτό το στοιχείο, ότι η Τζωρτζίνα έπαθε ψυχολογικό από αυτό».
Ειδικότερα, αναφέρθηκε εκτενώς στο διάστημα που προηγήθηκε της τελευταίας εισαγωγής της Τζωρτζίνας στο νοσοκομείο, υποστηρίζοντας ότι οι γνωματεύσεις του Ανδρ. Ηλιάδη προκάλεσαν έκπληξη. Όπως εξήγησε, μετά τη μαγνητική εξέταση του παιδιού ο γιατρός βγήκε έξω και της είπε ότι η Τζωρτζίνα δεν έχει πολύ ζωή. «Μας είπε: “Σταματήστε τη λογοθεραπεία και τα υπόλοιπα, το παιδί έχει επιδείνωση”. Του είπα ότι εμάς δείχνει άλλα πράγματα, αλλά μου είπε ότι δεν έχει προσδόκιμο ζωής. Όλοι έμειναν άφωνοι, δεν το περίμενε κανείς» ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Μας είπε ότι δεν έχει σημασία να κάνει οτιδήποτε, ο εγκέφαλος ‘καίει περισσότερες λάμπες”. Δεν μου εξήγησε κάτι άλλο και έφυγε από το νοσοκομείο».
Στη συνέχεια όπως περιέγραψε, ξεκίνησαν οι κρίσεις της Τζωρτζίνας που οδήγησαν στη νοσηλεία του παιδιού. Μάλιστα, υποστήριξε πως όταν ο εντατικολόγος ρωτήθηκε να ελέγξει την αγωγή του παιδιού, μήπως βελτιωθεί η κατάσταση, εκείνος απάντησε: «Θα συμπεριφέρεστε στο παιδί σας ένα απλό 9χρονο, όχι σαν ΑΜΕΑ, αλλά σαν να έχει κάποια ίωση».
Τα επεισόδια συνεχίστηκαν, ενώ το παιδί νοσηλευόταν στην παιδιατρική κλινική. «Έβλεπες ένα παιδί εκεί που γελούσε, να φεύγει εκείνη την ώρα . Ήταν ανεξήγητο γιατί συμβαίνει και όταν ρωτούσα μου έλεγαν δεν ξέρουν, επιληψία, εγκεφαλοπάθεια… Δεν πήρα ποτέ απάντηση. Τόσους μήνες που ήταν στο σπίτι το παιδί δεν είχε πάθει το παραμικρό. Και ξαφνικά τα επεισόδια να γίνεται το ένα πίσω από το άλλο και να μην ακούγεται κάτι για τα φάρμακα» είπε, ενώ αναρωτήθηκε για ποιο λόγο ο Ανδρ. Ηλιάδης δεν επέτρεπε στους γονείς να δουν την 9χρονη όταν μεταφέρθηκε στη ΜΕΘ, επικαλούμενος τον κορονοϊό. «Γιατί δεν μας άφησε κανένας να δούμε το παιδί; Κοιμόταν; Έκανε επεισόδια; Έστω και με ένα μοριακό τεστ. Παρά μόνο ένα βράδυ ο Ηλιάδης βιντεοκλήση από την εντατική. Το παιδί μου νικούσε με τα μάτια της με τη φωνή της. Μου έδειχνε ότι θέλει να φύγει από εκεί, ότι την τρομάζει όλο αυτό, ότι είναι κάπου ξένα».
Σχετικό Άρθρο
Δίκη Πισπιρίγκου: “Με ενδιέφερε η αποκατάσταση της Τζωρτζίνας” – Αιχμές κατά των γιατρών