πολιτική

Νίκος Μαραντζίδης: Κάντε τους να πληρώσουν!

Όλα τα δεδομένα είναι συντριπτικά και καταθλιπτικά. Οι παγκόσμιες ανισότητες τα τελευταία τριάντα-πέντε χρόνια όχι μόνο αυξήθηκαν αλλά γέννησαν μια πρωτοφανή πραγματικότητα. Το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει σήμερα περισσότερο από το μισό παγκόσμιο πλούτο, και ταυτόχρονα εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από το φτωχότερο μισό του πλανήτη (tax-the-rich.eu).

Αυτό το 1% είχε το 2022 εισόδημα 18 τρισεκατομμύρια δολάρια, ένα ποσό μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της Κίνας! Πρόσφατα (Φεβρουάριος 2024) η έκθεση της Oxfam διαπίστωσε ότι το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που πηγαίνει στο κορυφαίο 1% των εισοδημάτων στις χώρες του G20 έχει αυξηθεί κατά 45% τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.

Το ακόμη πιο εξωφρενικό είναι η διαπίστωση πως αυτοί οι πλούσιοι φοροαποφεύγουν ολοένα και περισσότερο. Τα τελευταία σαράντα χρόνια, οι ανώτατοι φορολογικοί συντελεστές για τα εισοδήματά τους μειώθηκαν κατά περίπου ένα τρίτο (από περίπου 60% το 1980 σε 40% το 2022).

Για κάθε δολάριο που προκύπτει από φόρους στις χώρες του G20, μόλις 8 σεντς προέρχονται από την φορολόγηση του πλούτου. Αντιθέτως, περισσότερα από 32 σεντς ανά δολάριο (δηλαδή τέσσερις φορές περισσότερο) συλλέγονται από φόρους στα τρόφιμα και στις υπηρεσίες, βάρος δηλαδή που πέφτει στους ώμους των χαμηλότερων οικονομικών στρωμάτων. Σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Γαλλία, η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, οι υπερ-πλούσιοι έχουν πραγματικό φορολογικό συντελεστή χαμηλότερο από τον μέσο εργαζόμενο.

Οι σημερινοί μεγάλοι μηχανισμοί δημιουργίας πλούτου διανέμονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγουν τα εθνικά φορολογικά συστήματα. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ηθικής τάξης, απειλεί την διεθνή οικονομία στο σύνολο της. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Διαφάνειας, στις χώρες του ΟΟΣΑ, οι απώλειες λόγω φοροαποφυγής των μεγάλων εταιριών εκτινάχτηκαν σε εξωφρενικό βαθμό τα τελευταία τριάντα χρόνια: από 150 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως το 1990, στα 280 δισεκατομμύρια το 2000, και στα 500 δισεκατομμύρια στις μέρες μας.

Στην Ελλάδα η κατάσταση δεν είναι διαφορετική. Η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή των πλουσίων και των εύπορων οργιάζει την ώρα που το βάρος της φορολογίας έχει πέσει στους μισθωτούς και τους φτωχούς και η αγοραστική δύναμη του μέσου Έλληνα βρίσκεται σήμερα στην προτελευταία θέση της ΕΕ (τελευταία η Βουλγαρία). Ο ΦΠΑ στα προϊόντα και τις υπηρεσίες γονατίζει τους φτωχότερους καταναλωτές, τα τέλη στα καύσιμα και την ενέργεια είναι δυσβάσταχτα για τους αδύναμους. Από την άλλη, ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής είναι αναιμικός και το χειρότερο αφορά ένα μικρό κομμάτι «ειλικρινών φορολογούμενων», μιας που πολλοί πλούσιοι βρίσκουν τρόπους να μην πληρώνουν ούτε αυτόν. Η φορολογία στα μερίσματα, στις μεγάλες περιουσίες, στα ιδρύματα των πλουσίων, στην εκκλησία, στις τεράστιες κληρονομιές και τις μεγάλες επιχειρήσεις είναι το λιγότερο ανεπαρκής και σε πολλές περιπτώσεις αστεία.

Κι όμως, ενώ θα περίμενε κανείς, ο μέσος πολίτης καθώς επίσης και οι αντιπρόσωποι του στα κοινοβούλια να πουν: «επιτέλους, κάντε αυτούς τους μπάσταρδους να πληρώσουν», η νεοφιλελεύθερη ιδεολογική κυριαρχία μέσω και της αχαλίνωτης προπαγάνδας στα ΜΜΕ, οδήγησε στην σταδιακή εγκατάλειψη των λαϊκών στρωμάτων ακόμη και από εκείνο το τμήμα του κομματικού συστήματος που υποτίθεται πως θα έπρεπε να αγωνίζεται για το αντίθετο.

Σήμερα, η Αριστερά του Lifestyle, ο ΣΥΡΙΖΑ, «πετάει αετό» όταν πρόκειται να μιλήσει για φορολογία των περιουσιών των πλουσίων και των επιχειρήσεων τους. Δεν είναι θέμα εξάλλου αυτό που πουλάει στα πρωινάδικα. Η σοσιαλδημοκρατική Αριστερά, πάλι, το ΠΑΣΟΚ, παρά τα θετικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση δείχνει να δειλιάζει κάθε φορά που δέχεται μια επίθεση από τα τσιράκια των πλουσίων στα ΜΜΕ. Πρέπει όμως να αποφασίσει με ποιους πραγματικά είναι.

Η ιστορία του έθνους-κράτους συνιστά μια διαρκής φορολογική καινοτομία και η επόμενη τέτοια καινοτομία οφείλει να είναι διακρατική: πρέπει να δημιουργήσουμε συστήματα για την παρακολούθηση των διεθνών ροών χρήματος και να μεταφέρουμε ένα μέρος αυτών σε δημόσιους διαύλους. Χωρίς αυτή τη ρύθμιση, η πολιτική μας υποδομή θα συνεχίσει να γίνεται όλο και περιττή στην πραγματική υλική ζωή. Κατά τη διαδικασία αυτή πρέπει επίσης να σκεφτούμε σοβαρότερα την παγκόσμια ανακατανομή πλούτου, για τη βελτίωση της ασφάλειας όλων, και την διάσωση της παγκόσμιας κοινωνικής συνοχής.

Όμως, δεν μπορούμε να περιμένουμε τις διεθνείς πρωτοβουλίες για να δράσουμε. Χρειάζεται να κινητοποιηθούμε σε εθνικό επίπεδο. Η αύξηση της φορολογίας για τους πλούσιους πρέπει να γίνει το νούμερο ένα θέμα της κοινωνικής και πολιτικής ατζέντας της πληθυντικής Αριστεράς στη χώρα μας. Πάνω σε αυτόν τον άξονα μπορούν να διαμορφωθούν, εφόσον υπάρχει η βούληση, πολιτικές συγκλήσεις ουσίας.

Χρειάζεται επειγόντως τόλμη! Διαφορετικά, εάν η μάχη υπέρ της δίκαιης φορολογίας χαθεί για τα λαϊκά στρώματα και κερδηθεί από τους πλούσιους τότε αργά ή γρήγορα θα χαθεί και η μάχη υπέρ της δημοκρατίας.

*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button