Εκλογές στην Αίγυπτο: Άνοιξαν οι κάλπες – Φαβορί για νέα θητεία ο Σίσι
Οι κάλπες άνοιξαν σήμερα στις 09:00 (τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας) στην Αίγυπτο για τις προεδρικές εκλογές, οι οποίες θα διαρκέσουν τρεις ημέρες και αναμένεται ότι δεν θα έχουν εκπλήξεις, καθώς ο Αμπντέλ Φάταχ αλ-Σίσι φαίνεται σίγουρο ότι θα εξασφαλίσει μια τρίτη προεδρική θητεία.
Την προεδρία διεκδικούν τέσσερις υποψήφιοι, ο Σίσι και τρεις άλλοι μάλλον άγνωστοι στο ευρύ κοινό. Η ψηφοφορία θα διεξάγεται επί τρεις ημέρες από τις 9 π.μ. ως τις 9 μ.μ., θα τερματισθεί την Τρίτη στις 21:00 και τα τελικά αποτελέσματα θα ανακοινωθούν στις 18 Δεκεμβρίου.
Στην πιο πολυάνθρωπη αραβική χώρα του κόσμου, με πληθυσμό σχεδόν 106 εκατομμύρια κατοίκους, η οργάνωση των εκλογών περιείχε: περίπου 9.400 εκλογικά τμήματα, κινητοποίηση 15.000 εργαζομένων του υπουργείου Δικαιοσύνης και τριήμερη περίοδος ψηφοφορίας για τους περίπου 67 εκατομμύρια Αιγυπτίους που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, σύμφωνα με την εκλογική αρχή, σε συνολικό πληθυσμό 104 εκατομμυρίων κατοίκων.
Το σενάριο της διεξαγωγής δεύτερου γύρου είναι μάλλον απίθανο υπό το φως των εκλογών του 2014 και του 2018, στις οποίες ο Σίσι κέρδισε το 96% των ψήφων.
Γι’ αυτή τη νέα ψηφοφορία, μερικοί παρατηρητές είχαν για λίγο καιρό πιστέψει ότι ο ανταγωνισμός θα ήταν πιο δύσκολος. Όμως οι δύο προσωπικότητες της αντιπολίτευσης που ήθελαν να αλλάξουν τα δεδομένα, χωρίς πραγματικές ελπίδες να κερδίσουν τις εκλογές, αλλά εκφράζοντας διαφωνούσες απόψεις τουλάχιστον για όσο διάστημα θα διαρκούσε η προεκλογική εκστρατεία, βρίσκονται στη φυλακή ή περιμένουν να δικασθούν.
Πέρα από το ζήτημα των ανθρώπινων δικαιωμάτων -η Αίγυπτος είναι 135η μεταξύ των 140 χωρών της κατάταξης του World Justice Project βάσει των επιδόσεων στο κράτος δικαίου-, η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα των Αιγυπτίων είναι η οικονομική κατάσταση.
Ο πληθωρισμός τρέχει με 40%, η υποτίμηση του αιγυπτιακού νομίσματος κατά 50% έχει προκαλέσει κάθετη αύξηση στις τιμές και ο ιδιωτικός τομέας δεν παύει να συρρικνώνεται. Οι δημόσιες επιδοτήσεις, από την πλευρά τους, εξαφανίζονται η μία μετά την άλλη υπό την πίεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).