Αποχώρησε από τον ΣΥΡΙΖΑ και ο Αριστείδης Μπαλτάς
Με μια μακροσκελή επιστολή του στην Εφημερίδα των Συντακτών ο Αριστείδης Μπαλτάς αποχωρεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, εκτοξεύοντας σφοδρή κριτική κατά του νέου προέδρου του κόμματος, Στέφανου Κασσελάκη.
Ολόκληρο το κείμενο του Αριστείδη Μπαλτά με τίτλο “Κίνδυνοι”:
1. Στις 10 Νοεμβρίου, ο κ. Σ. Κασσελάκης απηύθυνε τηλεοπτικό ‘διάγγελμα’ στον Ελληνικό λαό. Με κύριο, αν όχι αποκλειστικό, θέμα την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το κόμμα του. Διάγγελμα στον Ελληνικό λαό. Όχι απλώς στα μέλη και στους φίλους του κόμματός του. Η ίδια η έννοια «διάγγελμα» υποσημειώνει ότι κ. Κασσελάκης λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν ότι ο ίδιος, ως Αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αποτελεί τον τέταρτο κατά την τάξη πολιτειακό παράγοντα της χώρας. Και ότι ως τέτοιος θέλει κάτι να υποδείξει, αλλά και να επιδείξει, όχι απλώς στο κόμμα του αλλά σε ολόκληρο τον Ελληνικό λαό.
Κατ’ αρχάς τι θέλει να υποδείξει; Απλώς την «τελική λύση» για όσους κατά τον ίδιο αναταράσσουν την ομαλή, πάλι κατά τον ίδιο, λειτουργία ενός κόμματος. Όχι απλώς του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Η απεύθυνση στον Ελληνικό λαό υπαινίσσεται ότι η ίδια «λύση» μπορεί να υιοθετηθεί κατ’ ουσίαν από οποιοδήποτε δημοκρατικό κόμμα. Ποια είναι αυτή; Θα έλεγα κάτι σαν αυγό του Κολόμβου: η απευθείας προσφυγή στη βάση του κόμματος μέσω δημοψηφίσματος ανεξάρτητα από αποφάσεις οργάνων, από καταστατικές ρήτρες και άλλα ‘γραφειοκρατικά’ εμπόδια. Ενός δημοψηφίσματος που θα ονοματίζει ρητά, έστω χωρίς διεύθυνση και τηλέφωνο, τους πρωταίτιους της αναταραχής προκειμένου η «βάση» να καταδικάσει αδιαμεσολάβητα το αδίκημα και να επιβάλει τη δέουσα ποινή. Με κατονομασία και ποινή να διατυπώνονται πάντα κατά την αδιαμεσολάβητη βούληση του Αρχηγού. Πρόκειται προφανώς για αδικήματα πολιτικού λόγου. Γιατί για αδικήματα μη πολιτικού λόγου (εξύβριση, συκοφαντία και τα συναφή) επιλαμβάνονται τα ποινικά δικαστήρια κατόπιν μηνύσεως ή αγωγής. Δηλαδή μέσα από ‘γραφειοκρατικές’ διαδικασίες που συνιστούν, ωστόσο, μεγάλο μέρος από τον πολιτικό και νομικό πολιτισμό μιας νεωτερικής χώρας.
Η λύση Κασσελάκη είναι πράγματι ρηξικέλευθη. Γιατί, ακριβώς, αρνείται –εξ όνυχος τον λέοντα– ολόκληρο τον πολιτικό και νομικό πολιτισμό της νεωτερικότητας. Στις αστικές, λεγόμενες, κοινωνίες, το Σύνταγμα, η διάκριση των εξουσιών και οι συνεπόμενοι νόμοι προστατεύουν τις μειονότητες και εξασφαλίζουν τα δικαιώματα των μειοψηφιών. Τα δε νεωτερικά κόμματα εγγράφουν στα καταστατικά τους τις αντίστοιχες μέριμνες, όπου, εκτός των άλλων, υφίσταται πάντα το στάδιο απολογίας του κατηγορουμένου ενώπιον του «φυσικού» δικαστή του (Εν προκειμένω επιτροπή δεοντολογίας και αρμόδιο πολιτικό όργανο). Η λεγόμενη «τυραννία της πλειοψηφίας» έτσι αποτρέπεται. Τουλάχιστον τυπικά. Γι αυτό δεν νοούνται τιμωρητικά δημοψηφίσματα οποιουδήποτε είδους. Και ακόμη λιγότερο δημοψηφίσματα που ονομάζουν έναν προς έναν τους υποτιθέμενους ενόχους, έστω χωρίς διεύθυνση και τηλέφωνο, αφήνοντάς τους έτσι βορρά στο εκδικητικό μένος των πιστών στο αρχηγικό αλάθητο και τελικά στην οχλοκρατία. Υπερβάλλω; Ίσως όχι και τόσο. Δείγματα φανατισμού που προσέγγισαν τον προπηλακισμό συνέβησαν στο τελευταίο Συνέδριο του κόμματος ενώ κάποια ανάλογα φαινόμενα παρατηρήθηκαν κατά την ημέρα της ψηφοφορίας για τον/την νέο αρχηγό και συνεχίζονται. (Υπάρχουν συγκεκριμένα παραδείγματα ενώ αφήνω στην άκρη τα στημένα fake news και τον βόρβορο του διαδικτύου.)
Καθίσταται εμφανές, νομίζω, ότι τούτο το ‘διάγγελμα’ του τέταρτου κατά την τάξη πολιτειακού παράγοντα μιας χώρας δεν συνιστά απλώς φαρσοκωμωδία, διασκεδαστική για το ευρύ κοινό και συνάμα πολύ επώδυνη για τους εμπλεκόμενους. Συνιστά απροκάλυπτη απειλή για τη θεσμική μας τάξη. Κι αυτό γιατί η εντυπωσιακή νίκη Κασσελάκη και η ραγδαία μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε προσωπικό όργανο της ακάματης φιλοδοξίας του συνιστά σύμπτωμα μιας ευρύτερης συνθήκης: αυτή η νίκη επισυνέβη σε περιστάσεις όπου η συνταγματική τάξη έχει ήδη διασαλευθεί καίρια από την κυβέρνηση της ΝΔ ενόσω η απαξίωση ολόκληρου του πολιτικού και θεσμικού μας συστήματος αναπτύσσεται χωρίς ορατό φρένο. Σε αυτήν τη συνολικότερη απαξίωση βρίσκουν έδαφος να αναφυούν όλα τα τέρατα της λαϊκής απόγνωσης: αποδιοπομπαίοι τράγοι, αυτοδικία, συνωμοσιολαγνεία, φανατική θρησκοληψία, αναβίωση παραλογισμών που ανασύρονται από τα βάθη του μεσαίωνα, μίσος προς κάθε κριτική σκέψη, ακροδεξιά. Και τελικά μεσσιανισμός. Κατά διάφορους συνδυασμούς και όπως μπορούν κάποιες φορές να συμπυκνωθούν σε ένα πρόσωπο: Μπερλουσκόνι, Τραμπ, Ζελένσκι, Μπολσονάρου, Όρμπαν, Μιλέι. Και έπεται συνέχεια.
Ιδού λοιπόν ο κίνδυνος. Στο ευρύτερο πλαίσιο αυτής της απαξίωσης, το πολιτικό μηδέν που συνιστά ο κ. Κασσελάκης νίκησε με τυπικά αδιάβλητες εκλογές από τη «βάση» ενόσω το έδαφος παραμένει πρόσφορο για να μιμηθούν το παράδειγμά του και άλλοι. Αρκεί να ακολουθήσουν δημιουργικά όσα δίδαξε η εκπληκτική (και αφειδώς χρηματοδοτημένη) προεκλογική καμπάνια του και να εφαρμόσουν όσα προτείνει στο ‘διάγγελμά’ του. Σημειώνω ότι η εκλογή του Αρχηγού ενός κόμματος από τη βάση προτάθηκε από τον Γ.Α. Παπανδρέου, υιοθετήθηκε από τη ΝΔ και επεκτάθηκε χαρωπά από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, όπου κανένας δεν μερίμνησε καν για στοιχειώδη φίλτρα υποψηφιοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, μια εκλογή τέτοιας μορφής παρουσιάστηκε ως μορφή δημοκρατικής συμμετοχής στα πολιτικά πράγματα, δηλαδή ως αντίδοτο στη συλλήβδην απαξίωση των πολιτικών κομμάτων. Ωστόσο αυτή η πρωτοβουλία έχει ήδη αποδείξει τον βαθύτατα αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της: μέλη της μιας μέρας που ψηφίζουν με αντίτιμο δύο ευρώ απλώς προσφέρουν διαρκές άλλοθι στο ανεξέλεγκτο του Αρχηγού. Ένας Μεσσίας δεν χρειάζεται τίποτε περισσότερο. Η πρακτική του κ. Κασσελάκη το διατυμπανίζει εκκωφαντικά.
2. Αν το ‘διάγγελμα’ Κασσελάκη υποδεικνύει την «τελική λύση» για κάθε κομματική αναταραχή, η εισαγωγική ομιλία του ίδιου στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιδεικνύει τον τρόπο υλοποίησης αυτής της λύσης.
Η ομιλία αυτή χαρακτηρίστηκε παραληρηματική. Θα διαφωνούσα. Η ίδια διέπεται από άμεμπτο λογικό ειρμό και μεγάλη σαφήνεια. Απλώς υπήρξε αβάσταχτη για όσους είχαν την τύχη να την ακούσουν δια ζώσης ενώ διατίθεται στο διαδίκτυο για όσους θέλουν να γευθούν εκ των υστέρων την εμπειρία.
Συγκεκριμένα, ο κ. Κασσελάκης έβαλε με άκρα συστηματικότητα και με εξίσου ακραία φρασεολογία ενάντια στην ύπαρξη, στο ήθος, στην εφαρμοσμένη πολιτική, στην ιστορία και στις «ελαττωματικές ιδέες», όχι μόνον των ‘συντρόφων’ του, αλλά κάθε Αριστεράς οποιασδήποτε απόχρωσης.
Προς τούτο στηρίχθηκε στην ιατρική μεταφορά που χρησιμοποιούν παγίως όλοι οι επίδοξοι αναμορφωτές της στόφας του κ. Κασσελάκη: ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι ‘άρρωστος’ εν όλω. Πρωτοτύπησε μόνον κατά το ότι άλλαξε την ιατρική ειδικότητα που οφείλει να επιληφθεί της ασθένειας: αντί της ορθοπεδικής (τον «γύψο» του Παπαδόπουλου) προτίμησε τη μικροβιολογία -την αποπαρασίτωση που είχε ήδη υποδείξει ο ναύαρχος. Ορθώς βέβαια. Τόσο γιατί παραμονές της επετείου του Πολυτεχνείου ο γύψος, πώς να το κάνουμε, δεν ηχεί καλά όσο και γιατί η διάγνωση της νόσου είναι επιστημονικά ακριβέστερη: το μικρόβιο της Αριστεράς δεν μπορεί παρά να έχει εισχωρήσει σε κάθε πόρο του ΣΥΡΙΖΑ.
Από κει και πέρα, ο λόγος του κ. Κασσελάκη υπήρξε καταιγιστικός. Επιστράτευσε κάθε τρέχουσα πολιτική ύβρη: καμαρίλα, κομματίλα, συνωμοσία, εσωτερικός εχθρός, «μικροί άνθρωποι», εσωστρέφεια, «αριστερά του πουμαρό» -αυτή εμπλουτίζει πρωτότυπα το στάνταρ υβρεολόγιο- «σάλτσα» κάθε κριτικό κείμενο με περισσότερες λέξεις από όσες αντέχουν οι αναγνωστικές ικανότητες του ίδιου και άλλα ανάλογα. Για να ολοκληρώσει με την κορυφαία καταγγελία κάθε επίδοξου Μεσσία που σέβεται το λειτούργημά του: 5η φάλαγγα του αντιπάλου. Προκειμένου δε να καθαρίσει πλήρως το έδαφος και για να μην παραμένει καμιά αμφιβολία, ο ίδιος έσπευσε να μηδενίσει με μονοκοντυλιές πλείστα επιτεύγματα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Και κυρίως να διαγράψει τη μνήμη της: η ιστορία αρχίζει σήμερα.
Κεντρικό χαρακτηριστικό της εισήγησης Κασσελάκη υπήρξε η ακραία εγωλατρία. Με εντυπωσιακή ένταση και φωνή που παλλόταν, το «εγώ» κυριάρχησε σε όλο το μεγαλείο του καθ’ ολόκληρη την εκφώνηση του λόγου του. Το παλιό ανόητο σύνθημα «ένας είναι ο Αρχηγός, ο κυρίαρχος λαός» μετατράπηκε έμπρακτα στο «ένας είναι ο Αρχηγός, ο κυρίαρχος εγώ», με την ακαταμάχητη δικαιολογία ότι εμένα ψήφισε ο λαός (κατά τους τρόπους που είπαμε) για να τον οδηγήσω στα πεπρωμένα του, δηλαδή στο «Ελληνικό όνειρο». Μπροστά στη βούληση ενός τέτοιου «εγώ», εκλεγμένα κομματικά όργανα, καταστατικές ρήτρες, επιτροπές δεοντολογίες και όλα τα συναφή θεσμικά αντίβαρα συνιστούν απλώς γραφειοκρατικά εμπόδια: «ένας είναι ο θεσμός, ο κυρίαρχος εγώ». Αδιαμεσολάβητα.
Να προσθέσω ότι ο λόγος του κ. Κασσελάκη παρηχούσε ως λόγος ιδιοκτήτη μεγαλόσχημης εταιρείας προς τους απανταχού υπαλλήλους του: παραδώστε έργο σε μένα και εγώ θα στέρξω να σας ανταμείψω με την εύνοια μου (τα εκάστοτε προσήκοντα ανταλλάγματα). Και αυτά προφανώς υπό την απαράκαμπτη προκείμενη ότι θα πρόκειται για έργο που θα εγκρίνω εγώ: ούτε ανεξέλεγκτα κινήματα ούτε θεωρητικές σάλτσες ούτε καν στοιχειωδώς πολιτική συζήτηση.
Ιδού λοιπόν μια καθ’ όλα επαρκής επίδειξη του τρόπου εφαρμογής της «τελικής λύσης» πέραν του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: κάθε επίδοξος Μεσσίας που θα έχει εκλεγεί από τη «βάση», όπως πλέον είθισται, μπορεί να βρει εδώ ένα καλό εγχειρίδιο για να αντιμετωπίσει την ούτως ή άλλως αναπόφευκτη αντιπολίτευση στον πολιτικό του περιβάλλον. Αρκεί να αλλάξει κατάλληλα τη φρασεολογία, δηλαδή να την προσαρμόσει στο αντίστοιχο ακροατήριο.
3. Σε πρόσφατο κείμενό μου (Αυγή 23/10/23) προσπαθούσα να αναλύσω την πολιτική Κασσελάκη αφού ανέλαβε την Προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Κατέληγα δε στο συμπέρασμα ότι ο κ. Κασσελάκης δεν μπορεί να είναι πρόεδρος του υπαρκτού (τότε) ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Αλλά και αντίστροφα στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν μπορεί να παραμείνει κόμμα της Αριστεράς με πρόεδρο τον κ. Κασσελάκη. Οι εξελίξεις που μεσολάβησαν επικυρώνουν το δεύτερο σκέλος. Το ‘διάγγελμά’ του και η εισαγωγική ομιλία του στην ΚΕ στις 11 Νοεμβρίου πιστοποιούν με πάσα σαφήνεια ότι ο ‘ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ’ του κ. Κασσελάκη δεν μπορεί να αποτελεί κόμμα της Αριστεράς.
Προσθέτω ότι το προηγούμενο κείμενο θεωρούσε ότι ο κ. Κασσελάκης επεδίωκε να μετατρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε κάτι σαν αντίγραφο του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ. Σήμερα, ωστόσο, δεν μπορώ να υποστηρίξω καν αυτό: κανένας ηγέτης εκείνου του κόμματος δεν θα αντιμετώπιζε τα μέλη κεντρικού οργάνου με τον τρόπο που ο κ. Κασσελάκης αντιμετώπισε τα μέλη της ΚΕ του ‘δικού του’ κόμματος. Το κόμμα Κασσελάκη παραμένει έτσι πολιτικά ακατάτακτο. Συνιστά παγκόσμια πρωτοτυπία γιατί μόνο λίγους μήνες πριν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με τα καλά και τα πολλά κακά του, συνιστούσε διευρυμένο (κατά το πρόθεμα ΠΣ) κόμμα της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής Αριστεράς. Δηλαδή ενός κόμματος που υποτίθεται πως ήταν καταστατικά (ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά) πλήρως θωρακισμένο από μια τέτοιου τύπου επιθετική εξαγορά, η οποία μάλιστα θα ερχόταν από το πολιτικό υπερπέραν. Πρόκειται για παγκόσμια πρωτοτυπία στην οποία δεν θέλω να αποδώσω κάποιον πρόχειρο χαρακτηρισμό.
Αυτό που έχει καταστεί για μένα βέβαιο είναι ότι δεν είμαι σε θέση να μετέχω στην ΚΕ ή καν να αποτελώ απλό μέλος ενός κόμματος με Αρχηγό τον κ. Κασσελάκη. Δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη «παραίτηση». Γιατί δεν παραιτούμαι από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, όπως υπήρξε με όλα τα κουσούρια του μέχρι λίγους μήνες πριν. Είναι ο κ. Κασσελάκης που έχει ‘παραιτήσει’ τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από την αριστερή φυσιογνωμία του. Και να προσθέσω ότι, σε αυτή τη βάση, η γελοιότητα συναντά την ύβρη όταν ο κ. Κασσελάκης απαιτεί να παραδώσουν την έδρα τους τα μέλη της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που διαχωρίζουν τη θέση τους. Αυτοί ή αυτές ψηφίστηκαν ως υποψήφιοι κόμματος που δεν είχε καμιά απολύτως σχέση με ένα κόμμα Κασσελάκη.
Επιπλέον δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη «αποχώρηση». Γιατί προφανώς δεν αποχωρώ από τις γραμμές της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς η οποία συνεχίζει και θα εντείνει τον αγώνα της ενάντια στο καθεστώ&sigma