Και όμως, η εγκυμοσύνη επιταχύνει τη διαδικασία της γήρανσης
Η κούραση και οι πόνοι κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης κάνουν πολλές γυναίκες να αισθάνονται μεγαλύτερες από την ηλικία τους.
Τώρα, νέες έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι έγκυες όχι απλώς αισθάνονται μεγαλύτερες από την ηλικία τους, αλλά και είναι, κι αυτό διότι η εγκυμοσύνη μπορεί, στην πραγματικότητα, να επιταχύνει τη διαδικασία γήρανσης.
Οι δύο νέες μελέτες γενετικών δεικτών στα κύτταρα του αίματος εγκύων δείχνουν ότι τα κύτταρά τους φαίνεται να γερνούν με υπερβολικό γρήγορο ρυθμό, προσθέτοντας επιπλέον μήνες ή και χρόνια στη λεγόμενη «βιολογική ηλικία» μιας γυναίκας, καθώς η εγκυμοσύνη της προχωρά.
Ωστόσο, η μία από αυτές υποδηλώνει, ότι η διαδικασία αυτή μπορεί να αντιστραφεί μόλις μια γυναίκα γεννήσει, γυρίζοντας τον χρόνο πίσω, έτσι ώστε τα κύτταρα ορισμένων μητέρων να καταλήγουν μετά τον τοκετό βιολογικά νεότερα από ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια της κύησης, ειδικά αν η μητέρα θηλάζει το μωρό της.
Και οι δύο μελέτες έρχονται να υπογραμμίσουν πόσο απαιτητική σωματικά είναι η εγκυμοσύνη, αλλά εγείρουν επίσης σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την ίδια τη γήρανση και κατά πόσον μπορεί πραγματικά να επιταχυνθεί, να επιβραδυνθεί ή να αντιστραφεί από τη διαδικασία της εγκυμοσύνης.
Γήρανση κατά την εγκυμοσύνη
Η νεότερη από τις μελέτες, που δημοσιεύεται χθες, Τετάρτη, στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences, διαπίστωσε ότι η εγκυμοσύνη «έχει μεγάλο αντίκτυπο στο σώμα μιας γυναίκας και τη βιολογική της ηλικία», δήλωσε ο Calen P. Ryan, αναπληρωτής ερευνητής στο Κέντρο Γήρανσης του Πανεπιστημίου της Κολούμπια στη Νέα Υόρκη, ο οποίος ηγήθηκε της νέας έρευνας.
Στο πλαίσιο της μελέτης οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν διάφορα διαφορετικά «ρολόγια» βιολογικής ηλικίας και άλλες τεχνικές για να αναλύσουν δείκτες DNA σε δείγματα αίματος.
Τα ρολόγια αυτά στην πραγματικότητα ήταν αλγόριθμοι που αναπτύχθηκαν με τη χρήση προγραμμάτων τεχνητής νοημοσύνης, οι οποίοι εξετάζουν τα μοτίβα εξειδικευμένων χημικών δεικτών που βρίσκονται στο εξωτερικό ορισμένων γονιδίων.
Αυτοί οι δείκτες συσσωρεύονται και αλλάζουν ως απάντηση στην ηλικία, την υγεία και τον τρόπο ζωής μας, μια διαδικασία γνωστή ως επιγενετική.
Οι αλγόριθμοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτούς τους επιγενετικούς δείκτες για να εκτιμήσουν την ηλικία των κυττάρων.
Αυτή η ειδική μέτρηση, που συχνά αναφέρεται ως βιολογική ηλικία, μπορεί να διαφέρει από τη χρονολογική ηλικία κάποιου, η οποία σημαίνει απλώς πόσα χρόνια ζει.
Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές έλεγξαν δείγματα αίματος από 825 νεαρές γυναίκες στις Φιλιππίνες, οι οποίες είχαν γεννηθεί την ίδια χρονιά.
Ορισμένες είχαν μείνει ή ήταν έγκυες και άλλες δεν είχαν συλλάβει.
Αναλύοντας αυτά τα δείγματα, τα επιγενετικά ρολόγια συμφώνησαν σε γενικές γραμμές ότι η βιολογική ηλικία των νεαρών γυναικών που είχαν μείνει ή ήταν έγκυες, έτεινε να είναι υψηλότερη από εκείνη των άλλων, τουλάχιστον κατά αρκετούς μήνες, ακόμη και αφού οι ερευνητές έλεγξαν τις οικονομικές ανισότητες και άλλους κοινωνικούς και υγειονομικούς παράγοντες.
Εγκυμοσύνη και στρες
Ομοίως, η άλλη νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο στο Cell Metabolism, χρησιμοποίησε διάφορα επιγενετικά ρολόγια για να εκτιμήσει τη μεταβαλλόμενη εσωτερική ηλικία των εγκύων σε διάφορα σημεία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
«Μας ενδιέφερε πολύ να εξετάσουμε τις επιπτώσεις της εγκυμοσύνης ως ένα φυσικό τεστ στρες», δήλωσε ο Kieran J. O’Donnell, επίκουρος καθηγητής στο Κέντρο Μελέτης Παιδιού του Yale και στην Ιατρική Σχολή του Yale, ο οποίος επέβλεψε μία από τις νέες μελέτες.
Με δείγματα αίματος από 119 έγκυες Αμερικανίδες και πέντε διαφορετικά ρολόγια, οι ερευνητές παρακολούθησαν τις επιγενετικές αλλαγές που σχετίζονται με τη βιολογική ηλικία των γυναικών, ξεκινώντας από τις αρχές της κύησης και καταλήγοντας τρεις μήνες μετά τον τοκετό.
Τα ρολόγια, όπως γράφει η Washington Post συμφώνησαν και πάλι ότι η εγκυμοσύνη φάνηκε να γερνάει τις μέλλουσες μαμάδες καθώς πλησίαζαν προς το τέλος της εγκυμοσύνης, κάνοντας το DNA των κυττάρων του αίματός τους να φαίνεται έως και δύο χρόνια μεγαλύτερο από ό,τι ήταν νωρίτερα στην εγκυμοσύνη.
Το πιο ενθαρρυντικό, όμως, είπε η O’Donnell, είναι ότι αυτή η γήρανση φάνηκε να αντιστρέφεται για τις περισσότερες γυναίκες μέσα σε τρεις μήνες μετά τη γέννηση.
Σε γενικές γραμμές, τα μοτίβα των δεικτών του DNA τους σύντομα επανήλθαν σε μια παλαιότερη, πιο νεανική κατάσταση και για ορισμένες νέες μαμάδες που είχαν θηλάσει αποκλειστικά τους πρώτους τρεις μήνες μετά τον τοκετό, ξεπέρασαν το όριο, αφήνοντάς τες φαινομενικά νεότερες βιολογικά από πριν, έως και κατά 8 χρόνια, έγραψαν οι συγγραφείς της μελέτης, υποδεικνύοντας μια έντονη αντιστροφή της βιολογικής γήρανσης μετά τον τοκετό.