Οκτώ χρόνια στο Kirkuk του Ιράκ – Η ζωή επέστρεψε μετά τον ISIS
Ο Abdullah είναι πρώην ασθενής στην κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Hawija του Ιράκ, όπου λάμβανε φροντίδα για μια χρόνια πάθηση του από το 2018. Πρόσφατα επισκέφθηκε την κλινική ένα ηλιόλουστο πρωινό για το τελευταίο check up, μετά την παράδοση των δραστηριοτήτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα της περιοχής Hawija και της υπο-περιοχής Al-Abbasi στη Διεύθυνση Υγείας έπειτα από οκτώ χρόνια παροχής υγειονομικής περίθαλψης.
«Επισκέπτομαι τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα από τότε που επέστρεψα από τον καταυλισμό», δήλωσε. «Οι δωρεάν υπηρεσίες που παρέχουν βοήθησαν εμένα και πολλούς άλλους στην περιοχή να παραμείνουμε υγιείς ενώ προσπαθούσαμε να ξαναχτίσουμε τις ζωές και τα σπίτια μας».
Αντιμετώπιση έκτακτης ανάγκης σε μια εξελισσόμενη κρίση
Το 2015, το Ιράκ έγινε μάρτυρας μιας ανθρωπιστικής κρίσης που προέκυψε από την κατάληψη μεγάλων τμημάτων των επαρχιών Ninawa, Al-Anbar, Salahaddin, Kirkuk και Diyala από το Ισλαμικό Κράτος και τον πόλεμο που ακολούθησε για την αποκατάσταση του κυβερνητικού ελέγχου. Περισσότεροι από 4 εκατομμύρια Ιρακινοί εκτιμάται ότι εκτοπίστηκαν εκείνη την περίοδο και αναγκάστηκαν να αναζητήσουν καταφύγιο σε άλλες περιοχές του Ιράκ. Αυτό συνέβη μετά τη μαζική εισροή προσφύγων που διέφυγαν από τον εμφύλιο πόλεμο στη γειτονική Συρία, ο οποίος ξέσπασε το 2011.
Ως αποτέλεσμα, το Ιράκ αποσταθεροποιήθηκε βαθιά και διατέθηκαν τεράστιοι πόροι για την πολεμική προσπάθεια. Ταυτόχρονα, οι υποδομές υποβαθμίζονταν σε περισσότερο από το ένα τρίτο της χώρας, με τεράστιες επιπτώσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και στην πρόσβαση των ανθρώπων σε δομές υγείας.
Για να ανταποκριθούν στις αναδυόμενες κρίσιμες ανάγκες των εκτοπισμένων κοινοτήτων και άλλων ατόμων που επλήγησαν από τον πόλεμο, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα αύξησαν τις δραστηριότητές τους στο Ιράκ σε περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν εκτοπισμένοι, σε περιοχές κοντά στις γραμμές του μετώπου και σε άλλες τοποθεσίες σε ολόκληρη τη χώρα, όπως στη Ninawa, Baghdad, Kirkuk, Erbil, Sulaymaniyah, Duhok, Najaf, Karbala, Babil and Al-Anbar.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα φτάνουν στη Hawija
Η περιοχή Hawija, που βρίσκεται στο δυτικό άκρο της επαρχίας Kirkuk, ήταν μέρος του ενός τρίτου του ιρακινού εδάφους που τέθηκε υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους το 2014. Τα επόμενα τρία χρόνια, χιλιάδες άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους, αφήνοντας τα πάντα πίσω τους. Ο εκτοπισμός επιδεινώθηκε όταν άρχισαν ένοπλες μάχες για την ανάκτηση του ελέγχου της περιοχής το 2017. Εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπίστηκαν από τη Hawija σε καταυλισμούς στο Kirkuk και σε άλλες επαρχίες. Οι υποδομές υγείας της περιφέρειας υπέστησαν σημαντικές ζημιές, όχι μόνο από τις ένοπλες μάχες αλλά και από την εξάντληση των πόρων και των υπηρεσιών κατά τη διάρκεια του χρόνου που η περιοχή ήταν απομονωμένη από την υπόλοιπη χώρα.
Καθώς οι άνθρωποι εγκατέλειπαν τα σπίτια τους, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα δημιούργησαν δύο κινητές κλινικές, μία στο Debes και μία στο Maktab Khalid, όπου έφτασαν οι εσωτερικά εκτοπισμένοι μετά από μακρινά ταξίδια για να ξεφύγουν από την κατάσταση στη Hawija. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα δημιούργησαν επίσης μια μονάδα πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης στον καταυλισμό Daquq, όπου εγκαταστάθηκαν τελικά οι περισσότεροι εκτοπισμένοι.
«Μόλις οι άνθρωποι αρχίζουν να μας επισκέπτονται, συνειδητοποιούν ότι η ψυχική υγεία είναι ένα είδος φροντίδας που θα χρειαζόταν ο καθένας, όπως και η ιατρική φροντίδα, και δεν υπάρχει λόγος να ντρέπονται γι’ αυτήν», δήλωσε η Huda Hussain, σύμβουλος ψυχικής υγείας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.
Ο Omar Ali, υπεύθυνος προαγωγός υγείας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ζούσε στη Hawija πριν εγκαταλείψει το αγαπημένο του σπίτι σε αναζήτηση ασφάλειας. «Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ήταν εκεί και ήταν μάρτυρες όλων όσων περάσαμε», είπε. «Βρήκαμε τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα στους χώρους υποδοχής όταν καταφέραμε να περάσουμε σε ασφαλές σημείο και στη συνέχεια στους καταυλισμούς, όπου πήγαμε να ζήσουμε. Όταν αρχίσαμε να επιστρέφουμε στα σπίτια μας μετά το [τέλος] των μαχών, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ήταν εκεί πριν από εμάς για να καλύψουν τις ανάγκες των εκτοπισμένων».
«Οι ομάδες μας έφτασαν πρώτα στην πόλη Al-Abbasi και δημιούργησαν ένα προσωρινό κέντρο πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης, καθώς το δημόσιο είχε καταστραφεί στις μάχες», δήλωσε ο Sellah Moraa, αναπληρωτής επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Kirkuk. «Λίγο αργότερα, επεκτείναμε τις δραστηριότητές μας και αρχίσαμε να εργαζόμαστε στο κέντρο πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης της κεντρικής πόλης της Hawija». Και στις δύο δομές, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα παρείχαν ιατρική περίθαλψη σε άτομα που πάσχουν από μη μεταδοτικές ασθένειες και παρείχαν υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας, ψυχικής υγείας και υπηρεσίες προαγωγής της υγείας.
Ένα ταξίδι ανθεκτικότητας και ανάκαμψης
Τα τελευταία οκτώ χρόνια, η αξιοσημείωτη ανάκαμψη της περιοχής Hawija έχει γίνει ορατή σε όλες τις πτυχές της ζωής. «Η Hawija ήταν μια περιοχή που καταστράφηκε το 2017, ιδίως μετά από μια τεράστια έκρηξη στη βιομηχανική ζώνη μετά από αεροπορική επιδρομή», δήλωσε ο Ahmed Sideeq, κάτοικος της Hawija, ο οποίος επέλεξε να μείνει στο σπίτι του από φόβο μήπως εγκλωβιστεί και αντιμετωπίσει χειρότερες συνθήκες διαβίωσης στους καταυλισμούς εκτοπισμένων. «Είχαμε μόλις και μετά βίας αρκετό φαγητό για να επιβιώσουμε. Για παράδειγμα, ένα κιλό ζάχαρη [περίπου δύο λίβρες] έφτανε τα 100 δολάρια, ενώ κανείς δεν είχε καθόλου εισόδημα εξ’ αρχής. Οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν εκείνες τις ημέρες. Αλλά σήμερα είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Ευτυχώς όλες οι πτυχές της ζωής μας έχουν επανέλθει στο φυσιολογικό».
Σήμερα, οι αγορές και τα διάσημα αγροκτήματα της Hawija σφύζουν και πάλι από ζωή και οι υποδομές της περιοχής βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στην περιοχή έχει σημειώσει κάποια ανάκαμψη – το Γενικό Νοσοκομείο της Hawija και το κέντρο πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης λειτουργούν και πάλι, ενώ το κέντρο πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης στο Al-Abbasi έχει ανακατασκευαστεί και λειτουργεί.
«Όταν ήρθα για πρώτη φορά στη Hawija και την Al-Abbasi μετά τον πόλεμο, έμοιαζαν με πόλεις-φαντάσματα», δήλωσε η Narmeen Abbas, υπεύθυνη των Γιατρών Χωρίς Σύνορα για την προαγωγή της υγείας από το Kirkuk. «Σήμερα βλέπω ότι τα σχολεία, οι δομές υγειονομικής περίθαλψης, οι αγορές και η ζωή γενικότερα έχουν επανέλθει στο φυσιολογικό. Και αυτή η αλλαγή με κάνει πολύ χαρούμενη».
Οι δραστηριότητες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Hawija υιοθέτησαν μια ολιστική προσέγγιση στη θεραπεία των χρόνιων παθήσεων, δίνοντας προτεραιότητα στην ψυχική υγεία, την προαγωγή της υγείας και την εκπαίδευση της κοινότητας σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου του τρόπου ζωής. Σε μια περιοχή όπου οι ειδικοί ψυχικής υγείας είναι ελάχιστοι, αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να επενδύσουν στην εκπαίδευση του τοπικού προσωπικού για την παροχή αυτών των υπηρεσιών σε μια κοινότητα που βίωσε κρίση.
Δημιουργία μακροχρόνιων δεσμών και η ικανότητα διατήρησής τους
Επί οκτώ χρόνια στη Hawija, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα συνεργάστηκαν στενά με τις υγειονομικές αρχές για να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες υγείας. Εκτός από την ιατρική περίθαλψη, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα υποστήριξαν τη Διεύθυνση Υγείας με την αποκατάσταση των υποδομών στο Γενικό Νοσοκομείο της Hawija και παρείχαν ουσιαστική εκπαίδευση και καθοδήγηση.
«Αν και ήρθε η ώρα να ολοκληρώσουμε τις δραστηριότητές μας, πιστεύουμε ότι αυτό δεν είναι το τέλος», δήλωσε h Sellah Moraa, αναπληρώτρια επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Το έργο μας εδώ δεν θα ήταν δυνατό χωρίς τις πολύτιμες προσπάθειες των μελών της ομάδας μας που προέρχονται από το Kirkuk ή την ίδια τη Hawija. Ενώ φεύγουμε, είμαστε σίγουροι για τις ισχυρές δεξιότητες που θα παραμείνουν εδώ μέσα στην κοινότητα και το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης. [Οι άνθρωποι που προσεγγίσαμε] θα συνεχίσουν να μοιράζονται τις δεξιότητες και τη σκληρή δουλειά τους με τις κοινότητές τους ακόμη και μετά την αποχώρησή μας».
Παρομοίως, ο Aso Khalil, νοσηλευτής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα δήλωσε: «Είμαι υπερήφανος για τη δουλειά που έκανα με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και είμαι ευγνώμων που είχα την ευκαιρία να απλώσω ένα χέρι βοήθειας σε ανθρώπους που βρίσκονταν σε δύσκολες συνθήκες. Έχω οικοδομήσει πολύ ισχυρές και μακροχρόνιες σχέσεις με τους συναδέλφους που γνώρισα εδώ. Και είμαι βέβαιος ότι αυτός ο δεσμός μεταξύ μας θα συνεχιστεί. Περάσαμε μαζί πολύ λυπηρές και πολύ χαρούμενες στιγμές και σήμερα είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό που κάναμε εδώ».