Ελλάδα

Ποιος θα στείλει παιδιά του Δημοτικού στο Αναμορφωτήριο;

Σε πρόσφατο δημοσίευμα αναφερόταν η πρόθεση του Υπουργού Δικαιοσύνης να μειώσει το όριο επιβολής των αναμορφωτικών μέτρων από τα 12 στα 10 έτη για παιδιά, δράστες αξιόποινων πράξεων εξαιτίας της «ανεξέλεγκτης παραβατικότητας», που παρουσιάζεται τελευταία στον τύπο.

Ευτυχώς στο σχέδιο νόμου, που κατατέθηκε και αφορά τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και της Ποινικής Δικονομίας δεν υπάρχει τέτοια διάταξη.

Ωστόσο ακόμα και το ενδεχόμενο μια τέτοιας πρόβλεψης στο μέλλον δεν παύει να γεννά προβληματισμούς. Κατ΄ αρχάς να υπενθυμίσουμε στον αναγνώστη, ότι σήμερα στον Ποινικό μας Κώδικα προβλέπεται, ότι τα εγκλήματα που τελούνται από ανηλίκους 12 έως 15 ετών δεν καταλογίζονται σε αυτούς, δεν έχουν δηλαδή ποινική ευθύνη αλλά μπορεί να τους επιβληθούν αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα.

Τα μέτρα αυτά είναι κυρίως εξωιδρυματικά, ωστόσο το βαρύτερο από αυτά συνιστά περιορισμό της ελευθερίας και εισάγει τον ανήλικο στο Ίδρυμα Αγωγής, όπως έχουν μετονομαστεί τα παλιά αναμορφωτήρια.

Η πρώτη λοιπόν παρατήρηση σε σχέση με την ηλικιακή μείωση στα 10 έτη, προέρχεται από τον κανόνα της καλής νομοθέτησης, ότι δηλαδή χωρίς έρευνα, η οποία αποδεικνύει στατιστικά την αύξηση των σχετικών εγκλημάτων, δεν επιτρέπεται η παρέμβαση και μάλιστα τόσο δραστικά σε κομβικές διατάξεις του ποινικού δικαίου για την αντιμετώπιση της ανήλικης παραβατικότητας.

Η δεύτερη ωστόσο παρατήρηση προέρχεται από την εμπειρία. Έτσι ακόμα και αν υποτεθεί, ότι η παραπάνω παραδοχή είναι αληθινή, ποιος πραγματικά πιστεύει, ότι η μείωση του ορίου κατά δύο έτη θα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά ένα κατά βάση σύνθετο κοινωνικό πρόβλημα, όπως η παραβατικότητα παιδιών και εφήβων;

Όταν μάλιστα γνωρίζουμε από επιστημονικές έρευνες, ότι η εμπλοκή με την ποινική διαδικασία αποτελεί παράγοντα υποτροπής, η οποία όταν συντελεστεί σε μικρή ηλικία αυξάνει τις πιθανότητες εγκληματικού βίου στην ενήλικη ζωή.

Αυτός υπήρξε και ο λόγος που η εξέλιξη του δικαίου των ανηλίκων χαρακτηρίστηκε από το διπολικό ή δυαδικό σύστημα, δηλαδή από το δίκαιο πρόνοιας, που πρεσβεύει την αγωγή έναντι της τιμωρίας και από την άλλη του ποινικού δικαίου, που στηρίζεται στην ανταπόδοση.

Η παραπάνω θέση πολύ εύστοχα συμπυκνώνεται στη φράση, ότι στο ποινικό δίκαιο των ανηλίκων δεν εφαρμόζεται η αρχή της διαπαιδαγώγησης μέσω της ποινής, αλλά εκείνη της διαπαιδαγώγησης αντί της ποινής1.

Οι σημερινοί ανήλικοι, παιδιά και έφηβοι, έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα σε ένα βίαιο περιβάλλον, που γέννησε αρχικά η οικονομική και μετέπειτα η υγειονομική κρίση. Κάποιοι από αυτούς θα διαπράξουν αξιόποινες πράξεις ωστόσο είναι ανεπίτρεπτο μια κοινωνία να στερεί από τα παιδιά της την προσδοκία, ότι στο μέλλον μπορούν να βελτιωθούν και να εγκαταλείψουν αντικοινωνικές συμπεριφορές.

Εξάλλου η νεανική παραβατικότητα είναι συχνά επιφαινόμενο της ηλικιακής ανωριμότητας, που μόνο η κατάλληλη υποστήριξη αυξάνει τις πιθανότητες να μην επαναληφθεί. Και αυτή η υποστήριξη δεν μπορεί να προέρχεται από το πεδίο της καταστολής και του καταναγκασμού αλλά από αυτό της πρόνοιας.

Σήμερα γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι η υποχώρηση του κοινωνικού κράτους πάντα δίνει χώρο στην εγκατάλειψη και στο έγκλημα, αφού όπως ορθά υποστηρίζεται, η φυλακή είναι το παραπλήρωμα της ατροφίας του κράτους πρόνοιας2.

Η εμπλοκή των παιδιών στην ποινική διαδικασία είναι ταυτόχρονα εκτός από αντιεπιστημονική και επικίνδυνη αντεγκληματική επιλογή, αφού αυξάνει την εγκληματικότητα και δεν τη μειώνει.

Συνδέεται ευθέως με τη συντηρητική και αυταρχική αντίληψη του «δεν εντάσσω» αλλά «αποκλείω» και βέβαια της νεοφιλελεύθερης παράδοσης της ατομικής ευθύνης στη θέαση των πολυπαραγοντικών κοινωνικών προβλημάτων.

Σε αυτή τη συνθήκη είναι πραγματικό άδικο, μαθητές του δημοτικού, αφού ουσιαστικά για αυτή την ηλικία μιλάμε, να βρεθούν αντιμέτωποι με διαδικασίες σε ποινικά δικαστήρια, να τους επιβάλλονται αναμορφωτικά μέτρα ενώ για τα σοβαρότερα αδικήματα να κινδυνεύουν να περάσουν την πόρτα του Ιδρύματος Αγωγής, μεταφέροντας έτσι στους ώμους του δικαστή το βάρος που ανήκει στους προνοιακούς φορείς.

Και όλα αυτά μόνο και μόνο για να κατευναστεί η κοινή γνώμη, που στηριγμένη στο μύθευμα της υπερβολικής επιείκειας στους εγκληματίες, ζητά κατά πάντων την αυστηρότερη τιμωρία. Γιατί περί αυτού πρόκειται.

1.Κατσογιάννου Μ., Η στέρηση της προσωπικής ελευθερίας ανηλίκων υπό το πρίσμα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Ο εξευρωπαϊσμός του ελληνικού δικαίου ανηλίκων a posse ad esse, στο περιοδικό Νομικό Βήμα (ΝοΒ), 2012, σελ. 2311.

2.Παρασκευόπουλος Ν., Οι πλειοψηφίες στο στόχαστρο, εκδ. Πατάκη, 2003, σελ. 17.

Η Ματίνα Πούλου είναι Δικηγόρος/ π.μ Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου Φυλακών

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button