Ο Μάθιου Πέρι και το “παράδοξο του θλιμμένου κλόουν”
Υπάρχουν δυο τύποι ανθρώπων που μιλούν πολύ, όταν είναι ανάμεσα σε κόσμο: α) αυτοί που λατρεύουν να ακούν τη φωνή τους (ευρύτερα γνωστοί ως νάρκισσοι) και β) εκείνοι που γίνονται η ψυχή της παρέας, με ‘όχημα’ το χιούμορ τους. Συνηθέστερα αυτοσαρκάζονται. Έχουν τη μεγαλύτερη απήχηση, όταν νιώθουν άβολα.
Το πιθανότερο είναι πως όσο περισσότερο σε κάνει να γελάς κάποιος που είναι στην παρέα (ή στο χώρο που είσαι), όση περισσότερη ενέργεια ‘βγάζει’ στην ‘εμφάνιση’ του (διότι μη γελιέσαι, περί ‘εμφάνισης’ πρόκειται), τόση περισσότερη ανάγκη έχει να σπρώξει πιο βαθιά όσα τον κάνουν να υποφέρει.
Από αδιαχείριστα βιώματα, έως μια νέα κρίση.
Στο γέλιο που ‘προκαλεί’ σε όσους είναι γύρω του, ‘πνίγονται’ έστω για λίγο όσα τον διαλύουν.
Στο απόλυτο κενό που ακολουθεί (όταν το σώμα και το μυαλό δουλεύει υπερωρίες για το performance, ‘αδειάζουν’ τόσο που τελικά, το άτομο αυτό γίνεται ακόμα πιο ευάλωτο σε ό,τι προσπαθεί να αποφύγει), έρχεται η χειρότερη στιγμή: αυτή που θα χρησιμοποιήσει, δίχως δεύτερη σκέψη, όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους που μπορούν να μουδιάσουν το μυαλό και την ύπαρξη του, ώστε να σταματήσει να σκέφτεται. Και να πονάει.
Ο φυσικός πόνος, βλέπεις δεν είναι ‘τίποτα’ μπροστά στον εσωτερικό. Που όπως διάβασες ήδη, μπορεί να καλυφθεί -έστω για λίγο- με το χιούμορ.
Χαρακτηριστική περίπτωση αυτού υπήρξε ο Mάθιου Πέρι, ο οποίος περιγράφηκε από την Washington Post ως «αυτός που κατέκτησε τον σαρκασμό, με χιούμορ και πόνο».
Σχετικό Άρθρο
Μάθιου Πέρι: Οι συνθήκες θανάτου, η τελευταία ανάρτηση στο τζακούζι και το pickleball
O ίδιος άνθρωπος είχε ομολογήσει στην αυτοβιογραφία του πως ήταν αλκοολικός από τα 14. Εθίστηκε στα αναλγητικά, έπειτα από ένα ατύχημα με τζετ σκι.
«Υπάρχουν δύο είδη τοξικομανών», είχε γράψει, «αυτοί που θέλουν να ‘ανέβουν’ και αυτοί που θέλουν να ‘κατέβουν’. Εγώ ήθελα να λιώσω στον καναπέ μου και να νιώσω υπέροχα».
Από τότε που θυμόταν τον εαυτό του, πάλευε με το διαζύγιο των γονιών του, τη μοναξιά, την αμφισβήτηση του εαυτού του και την σκέψη «αν δεν με σκοτώσει αυτό που κάνω (το όποιο από τις ακραίες επιλογές του) θα το ξανακάνω».
Όταν τον ήξερε όλος ο κόσμος, η κατάσταση έγινε πολύ χειρότερη.
Τότε εθίστηκε σε σειρά ουσιών.
Μεταξύ όσων είχε γράψει ήταν και το εξής:
«Έχω περάσει τη ζωή μου να με ελκύουν μη διαθέσιμες γυναίκες. Δεν χρειάζεται πτυχίο ψυχολογίας για να καταλάβω ότι αυτό είχε να κάνει με τη σχέση μου με τη μητέρα μου. Όταν άρχισαν να ενδιαφέρονται έφευγα, γιατί ήταν διαθέσιμες. Άρα δεν τις χρειαζόμουν. Όταν οι σχέσεις γίνονταν επικίνδυνα καλές, έφευγα πριν φύγουν εκείνες».
Αυτήν την πρακτική την ακολούθησε και με την Τζούλια Ρόμπερτς.
«Δεν ήμουν αρκετός. Δεν θα μπορούσα ποτέ να είμαι αρκετός. Ήμουν διαλυμένος, ‘προβληματικός’, δεν γινόταν να με αγαπήσει κάποιος. Έτσι, αντί να αντιμετωπίσω την αναπόφευκτη αγωνία της απώλειας της, χώρισα με την όμορφη και λαμπερή Τζούλια Ρόμπερτς».
Συνολικά έκανε αποτοξίνωση 65 φορές, υποβλήθηκε σε 14 επεμβάσεις -όλες σχετικές με τους εθισμούς του-, μια φορά έζησε και την εμπειρία της ΜΕΘ –εξερράγη το παχύ του έντερο, το 2019– ενώ πέρασε και δυο εβδομάδες σε κώμα.
Πέρυσι είχε προβλέψει πως κάποιος από τους εθισμούς του επρόκειτο να τον κερδίσει σύντομα.
Επιβεβαιώθηκε, όταν πια είχε αποφασίσει πως θα διεκδικήσει τη ζωή του. Μαζί του ήταν σαν να εξαφανίστηκε και κομμάτι των νιάτων μας. Τουλάχιστον όσων μεγαλώσαμε μαζί με τον απολαυστικό ‘Τσάντλερ Μπινγκ’: έναν ακόμα εξαιρετικό κωμικό με πολύ θλιμμένο βλέμμα.
KAΠΟΙΑ ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΧΙΟΥΜΟΡ
Το χιούμορ είναι θέμα που έχει ερευνηθεί -και εξακολουθεί να ερευνάται- από ψυχολόγους, νευροεπιστήμονες και φιλόσοφους. Ακόμα δεν έχει κατανοηθεί πλήρως ως φαινόμενο.
Όπως αναφέρεται στο Scientific American «διάφορες θεωρίες έχουν υποστηρίξει ότι οι άνθρωποι βρίσκουν διασκέδαση στις κακοτυχίες των άλλων, στην έκφραση των κατά τα άλλα απαγορευμένων συναισθημάτων, στην αντιπαράθεση ασυμβίβαστων εννοιών και στη συνειδητοποίηση ότι ορισμένες προσδοκίες έχουν παραβιαστεί».
Έχει αποδειχθεί ότι αναπτύσσεται από νεαρή ηλικία. Ενισχύεται από τη γονική συμπεριφορά.
Η ανώριμη φύση ενός γονέα μπορεί να προκαλέσει πρόσθετες ευθύνες στα παιδιά, κάτι που μπορεί να προκαλέσει ζητήματα αυτοεκτίμησης και ανάγκης για αποδοχή.
Η συνεχής αναζήτηση για έγκριση μπορεί να προκαλέσει προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως άγχος ή κατάθλιψη. Όταν δεν θεραπεύονται μπορεί να οδηγήσουν σε ακραίες καταστάσεις.
Το γέλιο μπορεί να εξελιχθεί ως μέσο αυτοσυντήρησης, αποσπώντας το άτομο από κάθε αντιξοότητα που αντιμετωπίζει επιτρέποντας τον αντιληπτό έλεγχο σε άβολες καταστάσεις.
TO XIOYMOΡ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ
Υπάρχουν πάρα πολλές μελέτες που έχουν ασχοληθεί με τη σχέση μεταξύ του χιούμορ και της κατάθλιψης. Το λόγο που κάποιοι εκ των πιο αστείων ανθρώπων που ξέρουμε, έχουν τα πιο θλιμμένα βλέμματα.
Έχει προταθεί πως το χιούμορ λειτουργεί και ως θεραπεία που μειώνει την κατάθλιψη και τα συμπτώματα του άγχους.
Όπως έχει διευκρινιστεί πως ο αυτοσαρκασμός, τα αστεία για το άγχος και την κατάθλιψη από ανθρώπους που τα βιώνουν έντονα, επίσης είναι μια διέξοδος, για το άτομο που ‘βγάζει’ τα βάρη που τον πιέζουν και για όσους ζουν την ίδια συνθήκη και τον ακούν.
Επιπροσθέτως, ‘τσακίζει’ το στίγμα που αποτελεί διαχρονικά τον χειρότερο εχθρό μας. Γίνεται ο μόνος που απομονωνόμαστε και επιτρέπουμε στα θέματα ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζουμε να γιγαντωθούν, να μάς κυριεύσουν και να προσδιορίσουν τη ζωή μας.
Όπως είχε πει στο Slate ο Jamie Masada, ιδιοκτήτης του Laugh Factory (αλυσίδα comedy clubs στις ΗΠΑ, που διαθέτει και θεραπευτικό πρόγραμμα), μετά το θάνατο του Robin Williams το 2015 «το 80% των κωμικών προέρχονται από ένα σημείο τραγωδίας. Δεν είχαν αρκετή αγάπη. Πρέπει να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους κάνοντας τους ανθρώπους να γελούν».
Στο επίκεντρο βρίσκεται η πράξη της δημιουργίας της κωμωδίας.
Οι κωμικοί αποκαλύπτουν συνεχώς προβλήματα και συζητούν θέματα ταμπού – γιατί αυτό είναι το αστείο. Η τακτική αφορά τη θεωρία της καλοήθους παρέμβασης, με το χιούμορ να ‘δείχνει’ πως κάτι που φαίνεται λάθος ή απειλητικό, μπορεί να είναι παράλληλα ΟΚ ή ασφαλές.
Όπως οι επαγγελματίες stand up comedians, αλλά και αυτοί της ζωής (των παρεών) ψάχνουν υλικό, ‘σκάβουν’ κατ’ αρχάς στον εαυτό τους και τις αδυναμίες τους.
Έρευνα που έκανε το Oxford University, στην οποία πήραν μέρος 523 κωμικοί που συγκρίθηκαν με ομάδα ελέγχου, ενημέρωσε ότι «τα δημιουργικά στοιχεία που απαιτούνται για την ‘παραγωγή’ χιούμορ είναι εντυπωσιακά παρόμοια με εκείνα που χαρακτηρίζουν το γνωστικό στυλ των ατόμων με ψύχωση (σχιζοφρένεια, διπολική διαταραχή).
«Οι κωμικοί μπορεί να χρησιμοποιήσουν την πράξη τους ως μια μορφή αυτοθεραπείας».
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει πως όλοι όσοι μας κάνουν να γελάμε είναι καταθλιπτικοί ή έχουν περισσότερα προβλήματα από εσένα κι εμένα.
«Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν δαίμονες. Οι άνθρωποι στο κοινό μπορεί να είναι αλκοολικοί ή να έχουν χωρίσει. Απλώς δεν έχουν τα φώτα της δημοσιότητας».
Άλλη μελέτη εξέτασε πώς το χιούμορ επηρέασε την εντύπωση των ανθρώπων για ένα συγκεκριμένο άτομο.
Φάνηκε ότι αυτοί που έγραψαν τις πιο αστείες ιστορίες βαθμολογήθηκαν ως πιο προβληματικοί. Το χιούμορ τους εστίασε σε ταμπού, σε πράγματα που είναι ‘λάθος’. «Ενεργούν με λίγη ανοησία, όπως αποκαλύπτουν πληροφορίες που κάνουν τους άλλους να γελούν».
Ουδείς εκ των ερευνητών βρήκε αδιαπραγμάτευτη σύνδεση μεταξύ του χιούμορ και της κατάθλιψης.
«Το γεγονός όμως, ότι κάποιος που φέρνει στους ανθρώπους τόση χαρά μπορεί να είναι τόσο δυστυχισμένος υπογραμμίζει την πολυπλοκότητα της κατάθλιψης, μιας ασθένειας που μπορεί να ταλαιπωρήσει οποιονδήποτε, ανά πάσα στιγμή».
ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΟΥ ΘΛΙΜΜΕΝΟΥ ΚΛΟΟΥΝ
Μέσα στα χρόνια έχει διαπιστωθεί αντιφατική συσχέτιση μεταξύ της κωμωδίας και των ψυχικών διαταραχών, όπως η κατάθλιψη και το άγχος.
Είναι γνωστή ως «το παράδοξο του θλιμμένου κλόουν (sad clown paradox)».
Μελέτη του 2010 είχε αποκαλύψει πως «αυτοί οι κωμικοί ερμηνευτές χαρακτηρίζονται από αισθήματα στέρησης και απομόνωσης στην πρώιμη ζωή τους, όπου η κωμωδία εξελίσσεται ως απελευθέρωση της έντασης, αφαιρώντας τα συναισθήματα της καταπιεσμένης σωματικής οργής μέσω μιας λεκτικής διεξόδου».
Παρέχει σύντομες περιόδους ικανοποίησης, που χρειάζονται επανειλημμένα για να αντιμετωπιστεί η εσωτερική αναταραχή.
Ενώ η κωμωδία χρησιμεύει ως μηχανισμός αντιμετώπισης για να κρύψει το τραύμα, μπορεί επίσης να παρακινήσει έναν κωμικό να χρησιμοποιήσει το χιούμορ, ως τρόπο σχηματισμού σχέσεων και αποδοχής.
Και κατ’ αυτόν τον τρόπο κάνει ένα πολύ καλό βήμα για τη θεραπεία του. Χρειάζονται κι άλλα.
Για την ακρίβεια, χρειάζεται πολλή δουλειά, με συνέπεια, πολλά πισωγυρίσματα και μια ζωή που κάθε ημέρα δεν έχεις άλλη επιλογή από το να προσπαθείς, ώστε να μη σε νικήσει ο ‘παλιός’, ο ‘κατασκευαστικός’ σου εαυτός, που πάντα καραδοκεί.