Τράπεζες: Με το “σταγονόμετρο” τα νέα δάνεια και το 2024
Μουδιασμένη αναμένεται να είναι, τουλάχιστον για το πρώτο τρίμηνο, η εγχώρια αγορά νέων δανείων με την ζήτηση να παραμένει αναιμική και το όποιο ενδιαφέρον να προέρχεται από τις επιχειρήσεις και κυρίως τις Μικρομεσαίες.
Τόσο η Τράπεζα της Ελλάδος όσο και οι διοικήσεις των συστιμικών τραπεζών, μετά την απρόσμενη επιβράδυνση των χρηματοδοτήσεων που σημειώθηκε το 2023, εμφανίζονται συγκρατημένα αισιόδοξοι για την πορεία των νέων χορηγήσεων το 2024.
Χθες η ΤτΕ, σε σχετική της έκθεση, επεσήμανε ότι το πρώτο τρίμηνο του 2024, η συνολική ζήτηση δανείων αναμένεται να παραμείνει σχεδόν αμετάβλητη, αν και αναμένεται να αυξηθεί ως ένα βαθμό η ζήτηση μακροπρόθεσμων δανείων από μικρομεσαίες επιχειρήσεις,
Την ίδια στιγμή οι διοικήσεις των συστιμικών τραπεζών εμφανίζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικές αναφορικά με τους στόχους πιστωτικής επέκτασης για τη νέα χρονιά καθώς οι εκτιμήσεις τους για το 2023 στην αρχή της περυσινής χρονιάς διαψεύστηκαν.
Όπως έχει γράψει το news247.gr παρά το γεγονός ότι το 2023 οι τράπεζες ανάμεναν «έκρηξη» των νέων χορηγήσεων η εκτίμηση αυτή δεν επιβεβαιώθηκε καθώς η απότομη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ και η συνεπακόλουθη αύξηση του κόστους χρήματος οδήγησε, κυρίως τις επιχειρήσεις, σε μαζικές αποπληρωμές δανείων, οι οποίες ήταν περισσότερες από τις νέες εκταμιεύσεις με αποτέλεσμα ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης να είναι τελικά αναιμικός. Την ίδια στιγμή η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων «έβαλε» στο ψυγείο και την ζήτηση για δάνεια από πλευράς των νοικοκυριών, φαινόμενο που επηρέασε κυρίως την στεγαστική πίστη.
«Μετά την περυσινή ιδιαίτερη χρονιά, προφανώς και οι όποιες εκτιμήσεις για την πορεία της πιστωτικής επέκτασης το 2024 είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένες αν και υπάρχουν στο τραπέζι δεδομένα τα οποία μας κάνουν συγκρατημένα αισιόδοξους» τονίζει στο news247.gr έμπειρη τραπεζική πηγή.
Οι λόγοι της αισιοδοξίας
Η εγχώρια αγορά δανείων μπορεί να «πάρει μπροστά» ωθούμενη από τρία γεγονότα – προϋποθέσεις.
Το πρώτο αφορά στην έναρξη ενός κύκλου μείωσης των επιτοκίων, πιθανότητα από το ερχόμενο καλοκαίρι. Η Πρόεδρος της ΕΞΤ Κριστίν Λαγκάρν αν και κρατάει προς το παρόν κλειστά τα χαρτιά της για την νομισματική πολιτική που θα υιοθετηθεί τους επόμενους μήνες, ωστόσο δεν κρύβει ότι ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων έχει ολοκληρωθεί την ώρα που οι αναλυτές εκτιμούν στο σύνολό τους ότι από το καλοκαίρι αναμένεται μείωση των επιτοκίων του Ευρώ. Προφανώς και στα τραπεζικά επιτελεία προσδοκούν ότι η πτωτική πορεία των επιτοκίων θα αναθερμάνει την ζήτηση για τραπεζικό δανεισμό, κυρίως από τα νοικοκυριά. Σε ότι αφορά στο φαινόμενο των αποπληρωμών δανείων κατά την διάρκεια του 2023 από τις επιχειρήσεις που διέθεταν ρευστότητα εκτιμάται ότι έχει κάνει τον κύκλο του και δεν θα συνεχιστεί και την φετινή χρονιά.
Το δεύτερο έχει να κάνει με τον ρόλο του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς πολλά επιχειρηματικά projects έχουν ωριμάσει και θα μπούνε σε τροχιά υλοποίησης. Σημειώνεται ότι τον περασμένο Δεκέμβριο το EcoFin ενέκρινε την λήψη από τη χώρα μας ενός πρόσθετου πακέτου 5 δισ. ευρώ δανείων με προνομιακούς όρους. Πέραν όμως του RRF υπάρχουν και άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα για τη στήριξη των επενδύσεων, ενώ ώθηση στις επενδύσεις δίνει γενικότερα η ισχυρή πορεία της οικονομίας.
Τα δάνεια του Ταμείου αυξάνονται συνεχώς, με τις τέσσερις συστημικές τράπεζες να έχουν συμβασιοποιήσει ήδη περίπου 2,5 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2023, τα οποία μαζί με τραπεζικό δανεισμό της τάξης του 1 δισ. ευρώ, οδηγούν τις χρηματοδοτούμενες επενδύσεις στα επίπεδα των 5,5 δισ. ευρώ, από τον Φεβρουάριο του 2022 όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα. Στο μικροσκόπιο των τραπεζών για άνοιγμα της κάνουλας βρίσκονται επιχειρήσεις από τους κλάδους της Ενέργειας, του Τουρισμός, των Logistics, της Βιομηχανία, των Υποδομών, της Ναυτιλίας και του Εμπορίου.
Ο τρίτος λόγος της συγκρατημένης αισιοδοξίας έχει να κάνει με την αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα που προκαλεί η ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την ελληνική οικονομία. Όπως εξηγεί τραπεζική πηγή «οι προοπτικές για το 2024 είναι θετικές καθώς τόσο το μακροοικονομικό περιβάλλον, όσο και οι συνθήκες που επικρατούν στην κτηματαγορά, ευνοούν την ανάπτυξη της στεγαστικής πίστης. Επιπλέον, η έναρξη του κύκλου αποκλιμάκωσης των επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ κάποια στιγμή τους επόμενους μήνες, θα λειτουργήσει υποστηρικτικά στην εμπιστοσύνη των νοικοκυριών, ενώ θα επιτρέψει στις τράπεζες να προσφέρουν προϊόντα με ακόμη πιο χαμηλό κόστος».
Οι εκτιμήσεις της ΤτΕ
Η ΤτΕ από την πλευρά της σημειώνει ότι οι νέες πιστώσεις προς τα νοικοκυριά παραμένουν καθηλωμένες σε αρνητικά επίπεδα εδώ και περισσότερο από 10 χρόνια, παρά την αύξηση των εισοδημάτων και την άνθιση της αγοράς ακινήτων τα τελευταία χρόνια. Η εικόνα αυτή δεν αναμένεται να αλλάξει ριζικά ούτε τη φετινή χρονιά.
Η ΤτΕ σημειώνει ότι «η εξασθένηση της δυναμικής των τραπεζικών πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις συνδέεται με την άνοδο των δανειακών επιτοκίων την επισκοπούμενη περίοδο, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, παράγοντες οι οποίοι επέδρασαν αρνητικά στη ζήτηση τραπεζικών δανείων. Σημειώνεται ότι, μετά και την άνοδο των τραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις διατηρούν πάντοτε τη δυνατότητα να δανειστούν και από τις αγορές κεφαλαίων μέσω της έκδοσης ομολόγων, υποκαθιστώντας τον τραπεζικό δανεισμό».
Η κεντρική τράπεζα επισημαίνει επίσης ότι η εικόνα θα ήταν δυσμενέστερη εάν δεν υπήρχε η στήριξη από τα προγράμματα συγχρηματοδότησης και εγγυοδοσίας του Ομίλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ).
Πιο ξεκάθαρη εικόνα οι τράπεζες πάντως αναμένεται να δώσουν με την παρουσίαση των ετήσιων οικονομικών αποτελεσμάτων για το 2023. Η Τράπεζα Πειραιώς θα ανακοινώσει τις επιδόσεις του 2023 την Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου ενώ η Alpha Bank την Πέμπτη 7 Μαρτίου. Σε ότι αφορά σε Eurobank και Εθνική Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσουν στην σχετική δημοσίευση το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου.