Νοσοκομεία: Με 3.000 λιγότερους εργαζόμενους θα κάνει ποδαρικό ο χειμώνας
Μπορεί προεκλογικά να ανακοινώθηκαν προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού από την κυβέρνηση της ΝΔ, όμως ακόμα δεν έχουν βάλει τις λευκές ποδιές οι προηγούμενοι επιτυχόντες στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), η προκήρυξη των 4.000 θέσεων που είχε εξαγγελθεί το 2019 από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον τότε υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια, δεν προβλέπεται να έχει ολοκληρωθεί ούτε έως το τέλος του έτους, καθώς ακόμα βρίσκεται στο στάδιο της έκδοσης των προσωρινών αποτελεσμάτων.
Κάτι που σημαίνει ότι για να γίνουν προσλήψεις στην Υγεία, με τους ρυθμούς του ΑΣΕΠ απαιτούνται περισσότερα από 4 χρόνια. Ωστόσο, στην Υγεία δεν υπάρχει τόσος χρόνος.
Κι αυτό διότι παράλληλα με τις συνταξιοδοτήσεις, καταγράφεται και μαζικό κύμα φυγής εργαζομένων από τα δημόσια νοσοκομεία, σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ.
«Τον φετινό το χειμώνα, περίοδο που πάντα η ζήτηση σε υπηρεσίες πάντα αυξάνεται κατά πολύ στα νοσοκομεία λόγω των ιώσεων, θα επιχειρούμε με 3.000 λιγότερο προσωπικό από πέρυσι. Έχουμε κύμα μαζικής φυγής υγειονομικών λόγω των δυσμενών συνθηκών εργασίας και των χαμηλών μισθών. Δεν είναι ελκυστικός προορισμός για εργασία πια το ΕΣΥ. Οι υγειονομικοί, ειδικά αυτοί με αυξημένα προσόντα, προτιμούν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα και κυρίως στο εξωτερικό», δηλώνει ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ.
Οι αποχωρήσεις του 2023 από το ΕΣΥ σύμφωνα με τα στοιχεία της ΠΟΕΔΗΝ
- 200 νοσηλευτές έφυγαν φέτος για να γίνουν σχολικοί νοσηλευτές. «Άφησαν μόνιμη δουλειά για να δουλέψουν ως ωρομίσθιοι λόγω συνθηκών εργασίας. Αυτό τα λέει όλα», σχολιάζει ο κ. Γιαννάκος.
- Η προκήρυξη των 4.000 θέσεων που εξαγγέλθηκε από τον Πρωθυπουργό και τον τότε υπουργό Υγείας Κικίλια το 2019 δεν ολοκληρώθηκε ακόμη.
- Αυτό σημαίνει ότι οι 6.500 προσλήψεις που ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ως προγραμματισμό για το 2024, με τους ρυθμούς του ΑΣΕΠ οι εργαζόμενοι υπολογίζεται ότι θα πιάσουν δουλειά στα νοσοκομεία το 2028 με 2029.
- Κάθε μήνα αποχωρούν από το ΕΣΥ 200 με 300 εργαζόμενοι διαφόρων ειδικοτήτων. Μέχρι να ολοκληρωθεί η νέα προκήρυξη των 6.500 θέσεων υπολογίζεται ότι θα έχουν αποχωρήσει πάνω από 10.000 υγειονομικοί. «Πως θα αντέξουμε; Εάν δεν γίνει κάτι θα κλείσουν σημαντικές λειτουργικές δομές των νοσοκομείων, τα περισσότερα νοσοκομεία θα μετατραπούν σε κέντρα διακομιδών, θα αυξηθούν ράντζα και λίστες αναμονής για τα χειρουργεία, θα ενταθεί η ταλαιπωρία στα επείγοντα και φυσικά θα κινδυνεύουν ζωές ασθενών», συμπληρώνει ο ίδιος.
- Στη νέα προκήρυξη θα συμμετάσχουν και 20.000 συμβασιούχοι, οι οποίοι είναι ήδη εργαζόμενοι στα νοσοκομεία με αυξημένη μοριοδότηση. Κάτι που σημαίνει ότι οι επιτυχόντες του νέου διαγωνισμού των 6.500 που ανακοινώθηκαν από τον Πρωθυπουργό θα είναι κυρίως επικουρικό, συμβασιούχο προσωπικό που ήδη εργάζεται και όχι ο καθαρός αριθμός νέων θέσεων εργασίας.
«Πως λοιπόν θα ενισχυθεί το ΕΣΥ αφού αρνείται η κυβέρνηση να μονιμοποιήσει με νομοθετική ρύθμιση όλους τους συμβασιούχους. Νέους επικουρικούς δεν προσλαμβάνουν παρότι υπάρχουν ενεργοί πίνακες κατάταξης υποψηφίων (για δημοσιονομικούς λόγους)», διερωτάται ο ίδιος.
ΠΟΕΔΗΝ: Τι θα πρέπει να γίνει με τις προσλήψεις για να μην καταρρεύσουν τα νοσοκομεία
- Κάθε έτος να γίνεται προγραμματισμός προσλήψεων, που να καλύπτει αποχωρήσεις και μέρος των κενών οργανικών θέσεων
- Επίσπευση του χρόνου επεξεργασίας και έκδοσης των αποτελεσμάτων των προκηρύξεων από το ΑΣΕΠ.
- Μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων με νομοθετική ρύθμιση.
- Γενναία αύξηση μισθών και κινήτρων.
- Βελτίωση των συνθηκών εργασίας «εάν θέλουμε να ανακόψουμε το κύμα φυγής προς το εξωτερικό και τον ιδιωτικό τομέα», σχολιάζει ο κ. Γιαννάκος.
- Όρια στη λειτουργία του ιδιωτικού τομέα.
«Εάν πάμε έτσι όσες εξαγγελίες προσωπικού και να γίνουν, το ισοζύγιο μεταξύ προσλήψεων και αποχωρήσεων στο τέλος της ημέρας θα είναι αρνητικό με μεγάλους χαμένους τους ασθενείς. Και όπου θα υποχωρεί ο δημόσιος τομέας υγείας, τα κενά θα καλύπτονται από τον ιδιωτικό και ο πολίτης θα πρέπει να βάζει όλο και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη», καταλήγει ο ίδιος.