Ελλάδα

“Δεν δόθηκε εικόνα ότι θα τη σκότωνε” – Δίκαιη οργή για τις δηλώσεις της ΕΛ.ΑΣ

Σε δηλώσεις για τη γυναικοκτονία της 43χρονης στη Σαλαμίνα από τον πρώην σύντροφό της προχώρησε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ, Κωνσταντία Δημογλίδου, προκαλώντας αιτιολογημένες αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η εκπρόσωπος Τύπου παραδέχθηκε πως δεν υπάρχει αρχείο καταγραφής περιστατικών κακοποιήσεων στο τοπικό ΑΤ, σημειώνοντας σχετικά: “Απ’ όσο γνωρίζει η αστυνομία, τελευταία φορά η γυναίκα κακοποιήθηκε την Παρασκευή το βράδυ. Μετέβη στο αστυνομικό τμήμα το Σάββατο για να καταγγείλει τον κακοποιητή. Δεν ξέρουμε πόσες φορές έχει κακοποιηθεί στο παρελθόν, καθώς δεν υπάρχει αρχείο στο αστυνομικό τμήμα της Σαλαμίνας”. Προφανώς, αυτή η κατάσταση ισχύει και για άλλα ΑΤ της χώρας.

Στη συνέχεια, πρόσθεσε ότι “από μαρτυρίες μαθαίνουμε πως η γυναίκα κακοποιούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δυστυχώς οι γείτονες γνώριζαν, η κοινωνία γνώριζε, αλλά κανείς ποτέ δεν σήκωσε το τηλέφωνο. Κι αυτό το λέω με μεγάλη πικρία, καθώς το 2023 δεν είναι δικαιολογία το “φοβάμαι να καταγγείλω στην αστυνομία”. Θεωρώ κακή δικαιολογία τον φόβο, καθώς μπορεί κανείς να τηλεφωνήσει στο 100 και ανώνυμα να ενημερώσει για την κακοποίηση μια γυναίκας”.

Πολλαπλά τα ερωτήματα

Ως εδώ, (ας πούμε) καλά. Στη συνέχεια όμως η εκπρόσωπος, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις όποιες ευθύνες της αστυνομίας και τα κενά στην ιστορία, είπε: “Δεν δόθηκε η εικόνα ότι κινδυνεύει τόσο άμεσα η ζωή της γυναίκας. Αυτό για το οποίο ενημερώθηκαν οι αστυνομικοί είναι ότι κινδυνεύει η σωματική της ακεραιότητα”.

Η δήθεν αιτιολόγηση της ΕΛΑΣ είναι τουλάχιστον σοκαριστική καθώς σε κάθε περίπτωση, η ΕΛΑΣ θα έπρεπε να λάβει άμεσα μέτρα για την προστασία της γυναίκας που έφτασε στο ΑΤ κακοποιημένη, με σπασμένο πόδι, προκειμένου να σωθεί από τον κακοποιητή της.

Η 43χρονη έκανε μάλιστα καταγγελία στις 2 Δεκεμβρίου στο αστυνομικό τμήμα Σαλαμίνας, μια ημέρα μετά τον ξυλοδαρμό της, αναφέροντας πως ο πρώην σύντροφός της, της είχε πάρει το αυτοκίνητο και το κινητό της τηλέφωνο. Η ΕΛΑΣ συμβούλευσε τη γυναίκα να κάνει χρήστη του panic button, σε περίπτωση που ο άνδρας βρεθεί κοντά στην οικία της, χωρίς να διασφαλίσει την ακεραιότητά της με πρόσθετα μέτρα περιφρούρησης μέχρι αυτός να εντοπιστεί.

Επί τρεις ημέρες δε, οι άνδρες της αστυνομίας υποτίθεται πως έψαχναν για τον γυναικοκτόνο, μέχρι τελικά εκείνος να εκτελέσει την άτυχη γυναίκα.

Προφανώς και προκύπτουν επιπρόσθετα ερωτήματα από την υπόθεση, όπως το πώς γίνεται να μην κρίθηκε ότι κινδυνεύει η ζωή ενός ανθρώπου που εμφανίζεται με αυτή τη σωματική εικόνα σε ένα ΑΤ, γιατί καθυστερούν τόσο οι διαδικασίες εντοπισμού κινητού τηλεφώνου βάσει πρωτοκόλλου, και γιατί υπήρξε χρονοτριβή στις διαδικασίες εν συνόλω.

Και δεύτερη απόπειρα “αιτιολόγησης”

Αξίζει να σημειωθεί πως η κ. Δημογλίδου επανήλθε εν συνεχεία με νέες δηλώσεις της στην ΕΡΤ, όπου είπε πως το θύμα “άργησε να προχωρήσει σε καταγγελία της κακοποίησής της και χάθηκε πολύτιμος χρόνος”. “Δεν ενημερώθηκε άμεσα η Ελληνική Αστυνομία δυστυχώς, καθώς θα μπορούσαμε να έχουμε κερδίσει πολύτιμο χρόνο. Το χρονικό διάστημα που είχαμε για να συλληφθεί ο δράστης ήταν έως και το βράδυ του Σαββάτου που έληγε η αυτόφωρη σύλληψη, η οποία μπορούσε να ακολουθηθεί” τόνισε και πρόσθεσε πως “ο άνθρωπος αυτός εξαφανίστηκε καθώς γνώριζε ότι η γυναίκα θα τον καταγγείλει στην αστυνομία, γι αυτό και της αφαίρεσε το κινητό τηλέφωνο μετά την κακοποιητική συμπεριφορά”, καταλήγοντας πως έτσι “χάθηκε πολύτιμος χρόνος”, ενώ “πλέον γίνεται γνωστό πως η γυναίκα κακοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα”.

Η εκπρόσωπος είπε πως το κινητό εντοπίστηκε μόνο μετά το έγκλημα, καθώς όπως είπε, “δεν είναι εύκολο να δοθεί η άδεια ώστε να μπορούμε να βρούμε έναν άνθρωπο αν δεν έχει τελεστεί κάποιο κακούργημα”, αποδίδοντας δηλαδή το γεγονός στην όλη “γραφειοκρατία”.

Για τη διαδικασία η εκπρόσωπος της ΕΛΑΣ, επανήλθε λέγοντας πως “η γυναίκα ενημερώθηκε σχετικά και οι αστυνομικοί κατάφεραν να την πείσουν να λάβει την εφαρμογή και να αποχωρήσει από την οικία της. Φυσικά και γνωστοποιείται στο θύμα ότι υπάρχουν δομές, συγκεκριμένες δομές όπου μπορεί να φιλοξενηθεί χωρίς να τη βρει δράστης. Δεν μπορούμε όμως να αναγκάσουμε έναν άνθρωπο να μεταβεί σε άλλο χώρο από εκεί που επιθυμεί”.

Μάλιστα υπογράμμισε πως η άτυχη γυναίκα “ενημερώθηκε για τις δομές και πως παρέχεται και συνδρομή, παρόλο που δεν προβλέπεται, αν επιθυμούσε να συνοδευτεί από την Ελληνική Αστυνομία σε μία δομή ή ακόμη και να φιλοξενηθεί στο τμήμα”.

Κοινώς, ούτε λίγο ούτε πολύ είπε πως η γυναίκα ενημερώθηκε, τις δόθηκαν συμβουλές – συστάσεις και την άφησαν να φύγει χωρίς να εξασφαλιστεί έστω περίπολος στο σπίτι που κατέφυγε, σε περίπτωση που εμφανιζόταν ο 70χρονος. Επίσης, δεν απαντήθηκε ποτέ γιατί δεν μετέβη η γυναίκα σε ένα άγνωστο για τον δράστη, μέρος, με ευθύνη φύλαξης της ΕΛΑΣ. Αν μη τι άλλο τα κενά στις διαδικασίες είναι πολλά, και όσο δεν αλλάζουν τα προβλεπόμενα, θα χαθούν και άλλες ζωές. Η αλλαγή του Νόμου, με ειδική πρόβλεψη για τις γυναικοκτονίες, θα μπορούσε να απλοποιήσει τα δεδομένα, και είναι ήδη αργά για να συζητάμε εκ νέου όσα έχουν τεθεί ξανά και ξανά, από την ίδια την πραγματικότητα.

Ο 70χρονος ομολόγησε δε ότι ήταν αυτός που την εκτέλεσε εν ψυχρώ τη γυναίκα με κυνηγετική καραμπίνα μέσα στο σπίτι της μητέρας της, όπου η 43χρονη είχε βρει καταφύγιο. Οι λόγοι που φέρεται να επικαλέστηκε, ήταν “ερωτικής αντιζηλίας”.

Πληροφορίες, αναφέρουν ότι ο γυναικοκτόνος εμφανίστηκε ιδιαίτερα κυνικός προανακριτικά και χωρίς κανένα ίχνος μεταμέλειας για το έγκλημα. Όπως και συμβαίνει στις περισσότερες ανάλογες υποθέσεις.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button